| |
| |
Τα τρία σημάδια παλιγγενεσίας Tου Χρηστου Γιανναρα Aμέσως μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, τη γερμανική κατοχή, τον λιμό της κατοχής και την πολυαίμακτη κομμουνιστική ανταρσία, οι πρώτοι «τουρίστες» που έφτασαν μαζικά στη συφοριασμένη Ελλάδα ήταν Ελληνοαμερικανοί. Ερχονταν να ξαναβρούν όσους συγγενείς επέζησαν, να μετρήσουν νεκρούς, να κομίσουν όποια ιδιωτική βοήθεια ήταν μπορετό, κυρίως σε ρουχισμό. Πρέπει αυτές οι επισκέψεις να έγιναν αισθητές στην ελλαδική κοινωνία, ήταν εκτεταμένο φαινόμενο. Ο Ελληνοαμερικανός συγγενής αποτέλεσε αξιοπερίεργη παρουσία, σχολιάστηκε, κρίθηκε, ταξινομήθηκε: Η αμερικανίζουσα προφορά των ελληνικών, η διάνθισή τους με ελληνοποιημένες αμερικάνικες λέξεις, οι περίεργες αμφιέσεις, οι συνεχείς συγκρίσεις του αμερικανικού με τον ελληνικό τρόπο του βίου, μαζί και μια αφέλεια εμπιστοσύνης τις ανθρώπινες σχέσεις (σε αντίθεση με την οξυμμένη πάντοτε καχυποψία των Ελλαδιτών), όλα αυτά μαζί, συγκροτούσαν τον τύπο που χαρακτηρίστηκε σκωπτικά: ο «μπρούκλης» (προφανώς από τον κάτοικο του Brooklyn) ή «το αμερικανάκι». Η ελλαδική κοινωνία έβγαινε τότε από μια συντελεσμένη καταστροφή, η χώρα ήταν ερειπωμένη, πάρα πολλά χωριά εγκαταλελειμμένα, στέρηση και φτώχεια απροσμέτρητη, η ανασφάλεια κυρίαρχο αίσθημα. Κι όμως ο Ελλαδίτης έβλεπε τον φανταχτερό σε όλα του «μπρούκλη» με συμπάθεια αλλά αφ' υψηλού. Δεν παραδόθηκε με κεχηνότα θαυμασμό στο «μοδέρνο» και στο φανταχτερό, στάθηκε όχι απλώς κριτικά, αλλά και με σκώμμα, που σημαίνει: με κάποια συναίσθηση υπεροχής. Ειρωνεύτηκαν και σατίρισαν οι Ελλαδίτες την αισθητική των Ελληνοαμερικανών και τη γλωσσική τους υποβάθμιση. Δεν μπορούσαν, τότε, να μην περιγελάσουν (διακριτικά ή εκ των υστέρων) το θέαμα ενήλικου άνδρα με πολύχρωμα σορτς και λουλουδάτο πουκαμισάκι ή της ώριμης γυναίκας με ξέχειλα από μαραμένες σάρκες εξώπλατα φορέματα και πελώρια ντεκολτέ. «Σνόμπαρε» αυτή την ανεμελιά για την αισθητική ο Ελλαδίτης, όπως τη σνομπάρει πάντοτε κάθε καλλιεργημένος άνθρωπος, που ξέρει να ξεχωρίζει το τι του ταιριάζει από το τι ομοιότροπα επιβάλλει η μόδα. Καθόλου τυχαία ο αισθητικός εκβαρβαρισμός της αμφίεσσης στις ΗΠΑ συμβαδίζει με τα τεράστια ποσοστά παχυσαρκίας του πληθυσμού και τα ανάλογα ποσοστά των «λειτουργικώς αναλφαβήτων». Λειτούργησε επίσης τότε, ως αφορμή αφ' υψηλού θεώρησης των «μπρούκληδων», η κακή γλωσσική τους εκφραστική: γελούσαν οι Ελλαδίτες με τα γραμματικά και συντακτικά λάθη στη γλώσσα τους. Καταστραμμένοι, ρημαγμένοι, ζώντας με μεγάλες στερήσεις, επέμεναν να αξιολογούν τους ανθρώπους από τη γλώσσα που μιλούσαν, όχι από τα λεφτά τους, όχι από τις χρυσές καδένες. Ο Μποστ, ιδιοφυής σκιτσογράφος, κατάκτησε την ελλαδική κοινωνία ποντάροντας ακριβώς στη γραμματική και συντακτική ευαισθησία (και κατάρτιση) των Ελλήνων - σήμερα κανένας δεν θα γελούσε με το καυστικό του χιούμορ, αφού το στραπατσάρισμα της γλώσσας που χαρακτήριζε άλλοτε τους απαίδευτους και τους ολιγόνοες είναι σήμερα γνώρισμα υπουργών και πρωθυπουργών. Είναι συναρπαστικό να μελετήσει κανείς την παραλληλία γλωσσικής ευαισθησίας (ακόμα και άσχετης από σχολική φοίτηση και σπουδές) με τις αισθητικές απαιτήσεις στην ένδυση, σε προγενέστερα χρόνια. Να μελετήσει κυρίως το πώς προσέλαβαν το δυτικό ένδυμα οι Ελληνες στο ελλαδικό κράτος και πώς οι Ελληνες οι εκτός ελλαδικού κράτους. Γιατί κάποτε η Ελληνίδα της Αλεξάνδρειας, της Σμύρνης, της Οδησσού, της Τραπεζούντας φορούσε τη μακριά τουαλέτα με την τέλεια άνεση της οποιασδήποτε Ευρωπαίας, ενώ η Ελλαδίτισσα που πρωτόβαλε τέτοιο φόρεμα στο Μπρούκλιν ή στο Σικάγο έμοιαζε αμέσως να μιμείται κάτι ξένο και γι' αυτό να μοιάζει κωμική. Το ίδιο και ο άντρας με το φράκο ή το σμόκιν. Το μυστικό πρέπει να ήταν ότι οι Ελληλνες οι εκτός ελλαδικού κράτους ένιωθαν περήφανοι για την ελληνικότητά τους, ζούσαν την ελληνικότητα ως πολιτισμική υπεροχή, ως ποιότητα ζωής. Με αυτή τη βιωματική σιγουριά είχαν την αυτονόητη άνεση να προσλαμβάνουν οτιδήποτε καινούργιο που το εύρισκαν ταιριαχτό με τα γούστα τους, να το αφομοιώνουν στον «αέρα» της ευγενικής τους καταγωγής. Αυτή τη στάση πρέπει να υπονοούσε ο Γιάννης Τσαρούχης όταν έλεγε: «Για να είσαι κοσμοπολίτης, πρέπει πρώτα να είσαι Ελληνας». Η επίσημη ιδεολογία του «εθνικού» κράτους (τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην πολιτική πρακτική - στη συγκρότηση των θεσμών και στη λειτουργία τους) ήταν πάντοτε στους αντίποδες της κοσμοπολίτικης αρχοντιάς: Το κράτος προϋπέθετε την Ελλάδα βαλκανική επαρχία της Ευρώπης, που για να εκπολιτιστεί και εκσυγχρονιστεί, όφειλε να μιμηθεί (όχι να προσλάβει) τη Δύση. «Πρόοδος» ήταν η αντιγραφή, ο πιθηκισμός από μειονεξία ή ξιπασιά, που καθηλώνει στον ρόλο του ουραγού, στο ρίσκο της παρωδίας, της καρικατούρας - τον «μπρούκλη» τον γέννησε το ελλαδικό κράτος, όχι η αμερικανική κοινωνία. Το κακοφορεμένο φράκο συνοδεύτηκε στην κρατική Ελλάδα από δάνειες αντιλήψεις για τη γλώσσα (κοραϊκή «καθαρεύουσα» και ψυχαρική «δημοτική») και από επαχθή δάνεια χρηματικά που κράτησαν τους Ελλαδίτες πάντοτε υποτελείς των «φίλων» και «συμμάχων» τους Ευρωπαίων. Τι σύμπτωση, που ο εκπασοκισμός της ελλαδικής κοινωνίας, τα τελευταία τριάντα επτά χρόνια, αναζωπύρωσε εντυπωσιακά το ίδιο τριπλό σύμπτωμα: Κατάστρεψε, σε βαθμό αναπηρίας, τη νεοελληνική γλώσσα και έκφραση. Προπαγάνδισε την «ανεμελιά» στην αμφίεση βυθίζοντας μεγάλες πληθυσμικές ομάδες σε ενδυματολογική ακαλαισθησία, την πιο επιδεικτική που γνώρισε ποτέ αυτός ο τόπος. Και καταδίκασε το κράτος σε ανήκεστη οικονομική υποτέλεια, για το υπόλοιπο του αιώνα, λόγω εξωφρενικού δανεισμού με τους πιο ταπεινωτικούς όρους. Συμπέρασμα: Αν υπάρξει ποτέ πολιτική παράταξη με συνεπή και προγραμματικό αντι-πασοκισμό, θα το αντιληφθούμε από τρία σημάδια: Θα έχει πρώτη προτεραιότητα, τη γλώσσα. Η εξωτερική εμφάνιση των μπροστάρηδων θα απηχεί την αρχοντιά της ελληνικής λαϊκής παράδοσης, αυτήν που μεταγγίζεται με το γάλα της μάνας. Και τρίτο, θα συνεγείρει τους Ελληνες σε αγώνα απεξάρτησης από τον πατριδοκτόνο δανεισμό. Αυτά τα τρία. πηγή kathimerini.gr |
Διαδρομές ανθρώπων "προσώπων" ενάντια στη μαζοποίηση και την ανακλαστική νεωτερικότητα του μειλίχιου τέρατος, που επιδιώκει το "θάνατο" κάθε ζωντανής πρωτοβουλίας. Διεκδικούμε Δημοκρατία με Ελευθερία είμαστε απέναντι σε κάθε μορφή Ολοκληρωτισμού
Συναντήσεις με τον Τηλέμαχο
Κυριακή 31 Ιουλίου 2011
Σάββατο 30 Ιουλίου 2011
Tα αυθαίρετα νομιμοποιούνται. Οι σκηνές ξηλώνονται.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ή ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ;
Άρθρο |
Το καθεστώς νομίζει πως έκαμε κατόρθωμα. Ή νομίζει πως ζούμε με σύμβολα και συμβολισμούς.
Έρχεται. Είμαστε λεγεώνα. Δεν ξεχνάμε. Δεν συγχωρούμε.
-Για την λευτεριά της πατρίδας και τη δημοκρατία.
-Για τη ζωή, τον έρωτα και τα παιδιά.
-Για την αξιοπρέπεια και τη γιορτή.
-Για την παγκόσμια επανάσταση ενάντια στους τοκογλύφους, που θα ξεκινήσει από την Ελλάδα.
Τόχουμε κάμει μερικές φορές ως τώρα στην ιστορία μας και δε μας χαλάει να το ξανακάνουμε. Δεν είμαστε περήφανοι για αυτά που έκαναν οι προγόνοι μας, αλλά για αυτά που θα κάνουμε εμείς. (Αλλιώς θα σκάσουμε). Η ιστορία μας, απλώς, διδάσκει κι εμείς ξέρουμε να μαθαίνουμε κι ας την κρύβετε πίσω από την βυζοδιασκέδαση και τους "πανηγυρισμούς" της τηλεόρασης.
Εσείς "παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση" (των τοκογλύφων), εμείς δημοκρατία, δίχως επίθετα και προαπαιτούμενα. (Όταν πετάτε αυτή την επιθυμία και ταυτόχρονα ανοησία σας, γιατί φοβάστε να βάλετε τη λέξη "τοκογλύφων"; )
Όσοι νομίζουν πως μπορούν να κάμουν τα εξουσιαστικά παιχνίδια τους, πάνω σε "εκφυλισμένες" πλατείες, έχουν γελαστεί.
Ο τρόπος που σκέφτονται είναι ο τρόπος που δημιούργησε τα προβλήματα. Όσοι δεν μπορούν να ξεφύγουν από το μονότονο, δραχμοβίωτο, ρηχό τρόπο σκέψης τους, είναι απλώς μέρος του προβλήματος. Είναι η Μαρία Αντουανέττα στα τελευταία της.
Ο δικός μας τρόπος είναι αλλιώτικος. Αρχαίος, κλασσικός και σύγχρονος. Είναι η δημιουργία ιδεών και πράξεων, που στηρίζεται στην ελεύθερη και ανεμόεσσα σκέψη.
Εμείς πάμε, όπως μας το έμαθαν εκείνοι. Όπως το κάναμε πράξη ως τώρα, στις πλατείες και το συνεχίζουμε. Οι πλατείες ήταν χουνέρι για σας και αξιοπρέπεια για μας. Ήταν και είναι μια prova generale. Και συνεχίζουμε. Έχουμε την εμπειρία. Έχουμε τη θέληση. Έχουμε τον τρόπο. (Σιγά, μη σας τον πούμε από τώρα).
Επειδή δε μας βλέπετε, νομίσατε πως τελειώσαμε; Είμαστε πολλοί. Είμαστε παντού.
Προχωράμε, με δεδομένο πως η εντολοδόχος επιτροπή που "κυβερνά", έχει μοναδικό σκοπό την επιβολή, με κάθε τρόπο. Σας ξέρουμε και ξέρουμε το ρόλο σας.
Τώρα, που τις αποφάσεις τις παίρνει η διεθνής αριστοκρατία του χρήματος, η μόνη δουλειά που σας απόμεινε είναι να νομιμοποιείτα τα αυθαίρετα του Παπακωνσταντίνου και να βιάζετε το λαό.
Ξέρουμε πως η μόνη εντολή και ο μόνος σκοπός της ύπαρξης σας είναι άσκηση βίας, πάση δυνάμει, με στρατό, χημικά, όπλα και ελικόπτερα, πραιτωριανούς, κουκουλοφόρους και αστυνομία ,πάνω σε πολίτες που αγωνίζονται.
Ξέρουμε τις ανειλλημμένες υποχρεώσεις σας, ξέρουμε και ποιοι είναι οι πράχτορες σας, μέσα στα κινήματα.
Να ξέρετε, επίσης, πως η λεύτερη σκέψη ξέρει πολλά περισσότερα από σας κι ας μας παρακολουθείτε, όπως ο νέος μεγάλος αδελφός.
Είμαστε πολλοί. Είμαστε παντού και τίποτα δε μας σταματά. Πόσες φορές να σας το πούμε , ως ότου να το καταλάβετε; Είστε εχθροί και δεν θέλετε να καταλάβετε. Είστε στρατός κατοχής και "κυβέρνηση νορβηγών Κουίσλιγκς και ελλήνων Τσολάκογλου". Θα χρειαστείτε πολλούς οπαδούς και νοσταλγούς των ιδεολογιών του μίσους, για να βάψετε με αίμα την ήττα σας.
Ετοιμαστείτε να υποδεχτείτε τον ελληνικό λαϊκό Αρμαγεδώνα. Ετοιμαστείτε να ρίξετε και το τελευταίο φύλλο συκής που σας απομένει για να νομιμοποιείτε το ξεπούλημα, την προδοσία και τη βία σας:
Θα κάνουμε επίθεση στις εκλογές σας. Ετοιμαστείτε να τις κηρύξετε παράνομες, γιατί ο τρόπος μας, και το μέγεθος μας δεν θα σας αφήσει κανένα περιθώριο.
Το σύνθημα που μας εμπνέει:
"Οι εκλογές αν άλλαζαν κάτι θα ήταν παράνομες". Επειδή το ακούμε χρόνια, είναι καιρός να το δοκιμάσουμε στην πράξη.
Ή θα τις κηρύξετε παράνομες ή θα αλλάξουμε την πατρίδα και θα φέρουμε αξιοπρέπεια στους ανθρώπους της. Τους τούρκους, μόνο εσείς οι υποτελείς, φοβάστε. (Το πιάσατε το υπονοούμενο;)
ΤΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΙΚΑ "αντιστασιακά" τσιράκια σας δεν θα μας διαιρέσουν. Τους είδαμε, τους γνωρίσαμε και τους νικήσαμε. Κι ας χρειάστηκε να διαλύσουμε μερικά δικά μας κινήματα. Ανασυγκρότηση, τώρα. ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ. Οι "διαιρέτες" και οι διαιρέσεις στα σκουπίδια.
Εμείς έχουμε τον τρόπο. Έχουμε την ελεύθερη σκέψη και τις ιδέες. Εσείς έχετε το χρήμα της τοκογλυφικής, κορπορατικής και μηντιακής ολιγαρχίας.
Για να δούμε ποιος θα κερδίσει τούτο τον πόλεμο:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ή ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ;
ΛΕΥΤΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ;
Σας θυμίζουν τίποτα τα συνθήματα και τα διλήμματα; Μικρά διλήμματα - μεγάλα νοήματα.
Εμείς έχουμε διαλέξει τη δική μας πλευρά σε τούτα τα διλήμματα. Όλα εδώ μετριούνται. Εσείς οι "απέναντι" να φοβάστε. Είστε λίγοι. Είστε "ελάχιστοι", από κάθε άποψη. Είστε νενέκοι και τσανακογλύφτες, για μια χούφτα δολάρια ή ευρώ. Είστε έτοιμοι να σκοτώσετε ειρηνικούς και φιλήσυχους ανθρώπους, που ζητούν ζωή και αξιοπρέπεια. Είστε αδίστακτοι, αλλά είμαστε αποφασισμένοι.
"Καλύτερα μιας ώρα ελεύθερη ζωή, παρά 40 χρόνια σκλαβιάς και φυλακής"
Κάματε το Θούριο του Ρήγα, περισσότερο επίκαιρο από ποτέ.
Δημοκρατική Επανάσταση το λέμε. Με τον τρόπο των σοφών ανθρώπων.
ΥΓ: Ταξιτσήδες και συντεχνίες, ελάτε μαζί μας. Η δημοκρατία δεν αφήνει κανέναν να πεινάσει. Δεν αφήνει κανέναν να χρωστά. Εμείς, ο καθένας μας, δεν φτιάχνουμε ανθρώπους - σκουπίδια. ΑΛΛΗΛΛΕΓΓΥΗ και ΠΟΛΕΜΟΣ, ως τη νίκη. "Κατ' έριν και κατά Λόγον", οι πράξεις μας για την ειρήνη και την αρμονία. (Λόγια του αριστοκράτη Ηράκλειτου). Είναι πολλές και ανεξάντλητες οι πηγές από όπου πίνουμε νερό.
πηγή ithakanet.gr
Μιλάμε για την κρίση του ίδιου του Υποκειμένου
Δευτέρα, 18 Ιούλιος 2011
Θεόδωρος Ι. Ζιάκας
Η απολυτοποίηση των οικονομολογικών όψεων της κρίσης συσκοτίζει τον ανθρωπολογικό χαρακτήρα της: ότι δηλαδή είναι κρίση του Υποκειμένου. Ωστόσο η ανθρωπολογική αυτή διάσταση της κρίσης έχει αναδειχθεί, από τους θεωρητικούς της κοινωνικής οντολογίας, ήδη από τη δεκαετία του '80. Θυμίζω το ανεπανάληπτο έργο του Παναγιώτη Κονδύλη «Η κρίση του αστικού πολιτισμού», όπου και η ανάλυση της παθολογίας του κυρίαρχου ελληνικού μεταμοντερνισμού, μαζί με την καίρια περιγραφή της εξάντλησής του, την οποία ζούμε σήμερα.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι ο επίλογος ενός ανάλογου βιβλίου, που γράφτηκε την ίδια περίοδο και το οποίο πραγματεύεται την κρίση του νεωτερικού Τεχνοσυστήματος ακριβώς ως κρίση του υποκειμένου -ως «έκλειψή» του πιο συγκεκριμένα.[*] Ως αποσύνθεση-διάλυση, λόγω εξάρθρωσης/καταστροφής της αυθυπερβατικής συστατικής του ορμής, αφ’ ενός. Αλλά, αφ’ ετέρου, όχι ως αποσύνθεσης αμετάκλητα καταστροφικής/υποστροφικής, αλλά ως εμπεριέχουσας συνάμα την δυνατότητα μετάβασης σε μια ανώτερη ανθρωπολογική βαθμίδα.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι ο επίλογος ενός ανάλογου βιβλίου, που γράφτηκε την ίδια περίοδο και το οποίο πραγματεύεται την κρίση του νεωτερικού Τεχνοσυστήματος ακριβώς ως κρίση του υποκειμένου -ως «έκλειψή» του πιο συγκεκριμένα.[*] Ως αποσύνθεση-διάλυση, λόγω εξάρθρωσης/καταστροφής της αυθυπερβατικής συστατικής του ορμής, αφ’ ενός. Αλλά, αφ’ ετέρου, όχι ως αποσύνθεσης αμετάκλητα καταστροφικής/υποστροφικής, αλλά ως εμπεριέχουσας συνάμα την δυνατότητα μετάβασης σε μια ανώτερη ανθρωπολογική βαθμίδα.
Σημείωση επί της ορολογίας:
- Με τη λέξη "υποκείμενο" νοείται εδώ ο «φορέας», η «υπόσταση» του κοινωνικού πεδίου. Πρακτικά αναφερόμαστε στους συγκεκριμένους ανθρώπους, συνυπολογίζοντας τη θέση που κατέχει -στο …GPS της κεφαλής τους- η προσιδιάζουσα στο υφιστάμενο κοινωνικό πεδίο θέσμιση των οντολογικών παραμέτρων του [ήγουν: ο τρόπος α) ρύθμισης της αντίθεσης ατομικού/συλλογικού, β) νοηματοδότησης των μεταφυσικών σημασιών και γ) θεμελίωσης της δικαιοπολιτικής νομιμοποίησης].
- Με τον όρο «αυθυπερβατική τάση» (ή «ορμή») νοείται -πρακτικά πάλι- η «δύναμη» η οποία συνέχει το άτομο με τον εν λόγω ορισμό των θεμελιωδών παραμέτρων του κοινωνικού πεδίου, -καθιστώντας το «υποκείμενο». (Για το πλήρες νόημα της λέξης «αυθυπέρβαση» πρέπει να πάει κανείς στο εν λόγω βιβλίο και μέσω αυτού στην ιλιγγιώδη οντολογία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητή).
Η σημερινή κρίση μπορεί να περιγραφεί ως αδυναμία του υποκειμένου της νεωτερικότητας να ελέγξει την αντίφαση ανάμεσα στο σύστημα των αναγκών του και στις συνέπειες του, που είναι το κοινωνικό, το εθνικό και το οικολογικό πρόβλημα.
Η αδυναμία αυτή αφορά την ίδια την προϋπόθεση κάθε εναλλακτικής λύσης: την ικανότητα του υποκειμένου να αποστασιοποιείται από τις κοινωνικά καθορισμένες ανάγκες του. Μ' αυτή την έννοια μιλάμε πλέον για κρίση του ίδιου του υποκειμένου.
I.
Ο ισχυρισμός ότι η κρίση αφορά το ίδιο το υποκείμενο μπορεί να βασιστεί σε δύο επισημάνσεις. Η πρώτη προκύπτει από την εμπειρία του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος, που αντιπροσωπεύει τη γιγαντιαία, αλλά αποτυχημένη, προσπάθεια της νεωτερικότητας να θέσει υπό έλεγχο τις διογκούμενες αντιφάσεις της. Η δεύτερη προκύπτει από τη σημερινή γενικευμένη «απάθεια» του νεωτερικού υποκειμένου.
Η προβληματική πάνω στην αποτυχία του σοσιαλισμού οδηγεί ακριβώς στο υποκείμενο. Διαπιστώνεται, σε όλες τις περιπτώσεις, ότι το «υποκείμενο της αλλαγής» αναπαράγει στο εσωτερικό του και στην κοινωνία, τις σχέσεις που προσπαθεί να «εξαλείψει». Αποδείχθηκε ότι η «καταστροφή του εχθρού» δεν εξασφαλίζει το ζητούμενο. Δεν φτάνει να «αλλάξουν οι συνθήκες». Πρέπει να αλλάξει και το ίδιο το «υποκείμενο της αλλαγής», ώστε να μην τις αναπαράγει. Καταδείχθηκε, με ακριβοπληρωμένη εμπειρία, ότι οι αντιφάσεις της νεωτερικότητας ριζώνουν στην ίδια τη «δομή» του υποκειμένου της και δεν μπορούν να λυθούν χωρίς ειδική παρέμβαση και στη δομή αυτή. Εκτός από τη θεωρία και πρακτική της «αλλαγής των συνθηκών», χρειαζόταν και κάποια ειδική θεωρία και πρακτική αυτο-αλλαγής του ίδιου του «υποκειμένου της αλλαγής».
Η ύπαρξη μιας τέτοιας θεωρίας «αλλαγής του υποκειμένου» θα οδηγούσε προφανώς και σε μια διαφορετικότερη θεωρία «αλλαγής των συνθηκών».
Η δεύτερη επισήμανση προκύπτει από την κοινότοπη παρατήρηση πως ενώ είναι φανερό ότι ο σύγχρονος πολιτισμός πριονίζει ο ίδιος το κλαδί στο οποίο κάθεται (υπερβαίνοντας τα οικολογικά και τα κοινωνικά του όρια) το αποτέλεσμα είναι η πλήρης «απάθεια» και απραξία. Οι εκκλήσεις των οικολόγων, των εναλλακτικών, των ηθικολόγων κ.λπ., στη λογικότητα και την ηθική ευαισθησία του υποκειμένου, δεν το αγγίζουν. Πράγμα που σημαίνει ότι το συμφέρον του ανθρώπου ως είδους, το «καλό της ανθρωπότητας», το «καλό των παιδιών μας» κ.τ.τ., τελικά δεν έχουν «τόπο» στη σύσταση του υποκειμένου της νεωτερικότητας.
Η διατύπωση αυτή μοιάζει υπερβολική, αλλά επαληθεύεται σήμερα πλήρως και πρωτίστως, από τη συμπεριφορά της «σιωπηλής πλειοψηφίας». Καλύπτει επίσης και όλους εκείνους πού αναγνωρίζουν στον εαυτό τους μια «ευαισθησία» εθνική, κοινωνική ή οικολογική: Η πλειονότητά τους σκέπτεται ότι «κάτι πρέπει να κάνουν». Αντιλαμβάνονται όμως ότι δεν έχουν την απαιτούμενη «ψυχική δύναμη». Οι υπόλοιποι δεν ξέρουν τί είναι αυτό που πρέπει να κάνουν. Κι αν υποθέσουμε ότι κατορθώνουν, μερικοί απ' αυτούς, να εντοπίσουν μια «εναλλακτική πρόταση» και να μπουν στον αγώνα για την πραγματοποίησή της, ανακαλύπτουν αμέσως ότι δεν μπορούν να πετύχουν τον απαιτούμενο συλλογικό συντονισμό. Όταν (και αν) λύσουν το πρόβλημα αυτό, ανακαλύπτουν ότι είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο, να πείσουν τις ευρύτερες λαϊκές μάζες. Κι αν τέλος υποθέσουμε ότι κατορθώνουν να σπάσουν κι αυτό το φράγμα και να γίνουν μαζικό κίνημα, τότε θα βρεθούν αντιμέτωποι με την εσωτερική πλευρά του προβλήματος: με το φαινόμενο της τροπής του «υποκειμένου της αλλαγής» στο αντίθετο του. Με το φαινόμενο πάνω στο οποίο, εντελώς άοπλος καθώς ήταν, συνετρίβη ο μαρξισμός.
Η (υποθετική) παρεμβολή (στην ανωτέρω προβληματική) α) της υλικής δύναμης των ηγετικών κοινωνικών ομάδων, οι επιδιώξεις των οποίων προϋποθέτουν την εξουδετέρωση των κινημάτων εθνικής, κοινωνικής και οικολογικής ευαισθησίας, σε συνδυασμό β) με τις παραλυτικές επιπτώσεις της κατάρρευσης των οραματικών διεξόδων της νεωτερικότητας, είναι ασφαλώς αναγκαία συνθήκη για την κατανόηση της αδυναμίας του νεωτερικού υποκειμένου. Δεν είναι όμως και ικανή.
II.
Η αδυναμία του υποκειμένου, όπως σκιαγραφείται από τις παρατηρήσεις αυτές, δεν υποδηλώνει απλώς την κρίση κάποιων εξωτερικών στοιχείων της παρουσίας του. Αν λάβουμε υπόψη την έκρηξη των ψυχικών ασθενειών, τη μάστιγα των ναρκωτικών, την εξάπλωση της εγκληματικότητας, ή την αυξανόμενη καταφυγή στον φαντασιακό χώρο της λεγόμενης «εικονικής πραγματικότητας», θα διαπιστώσουμε ότι η αναπαραγωγή του νεωτερικοΰ «παραδείγματος» δεν προκαλεί μόνο τα τρία διηπειρωτικά προβλήματα, που αναφέραμε στην αρχή του επιλόγου. Προκαλεί και την καταστροφή, ή τουλάχιστον την εξουδετέρωση, ουσιωδών διαστάσεων της υποκειμενικότητας. Κάτι που πρέπει να αξιολογηθεί ως η βαθύτερη όψη της κρίσης.
Πράγματι. Η κρίση του υποκειμένου μπορεί να περιγραφεί σαν εμπλοκή και στις δύο ροπές ή τάσεις, που συνιστούν τον άνθρωπο, ως χωροχρονική παρουσία: Τόσο της αυτο-επιβεβαιωτικής, μέσω της οποίας αναπαράγει τον εαυτό του ως άτομο, όσο και της αυθυ-περβατικής, μέσω της οποίας αναπαράγει τους όρους ύπαρξης της κοινωνικής ολότητας, έναντι της οποίας και ορίζεται ως άτομο (-υποκείμενο).
α) Η ραγδαία αποδιάρθρωση του ατόμου, ως παρουσίας με εσωτερική συνέχεια, καθιστά εμφανή την εμπλοκή στη λειτουργία της αυτο-επιβεβαιωτικής τάσης. Ο βίος του ατόμου τείνει να γίνει ακολουθία άσχετων στιγμών. Λείπει ο διαχρονικός σκοπός, που έχει τεθεί από το ίδιο το υποκείμενο και προσδίδει στις ενέργειές του ενοποιό-διαχρονικό νόημα. Η υποκειμενικότητα, αντί να είναι όντως ατομικότητα, παρουσία με διαχρονική ταυτότητα, όπως τουλάχιστον τη θέλει ο ιδεότυπος του Διαφωτισμού, καταντά χαοτικότητα. Δίχως ενότητα και συνέχεια. Δίχως νόημα. Τα όποια στοιχεία ενότητας και συνέχειας μπορούν να παρατηρηθούν, ανάγονται εν γένει στη βιολογική και πολιτισμική φύση του υποκειμένου και όχι στην «αυτόνομη βούλησή» του. Ανάγονται στην «κανονικότητα» των στοιχειωδών φυσικών ορμών και των διεμβλημένων επιταγών του απρόσωπου κοινωνικού μηχανισμού, μέσα στον όποιο έχει «χυθεί» ο χυλός αυτός που, κατ' ευφημισμόν, εξακολουθεί να λέγεται «υποκείμενο». Το αυτόνομο άτομο του Διαφωτισμού πραγματώνεται τελικά ακριβώς ως το αντίθετο του: ως κοινωνικό αυτόματο.
β) Η εμπλοκή στη λειτουργία της αυθυπερβατικής τάσης εκφράζεται, τυπικά, ως ανυπαρξία υπερατομικού ιδανικού. Το περιβόητο «τέλος των ιδεολογιών» συμπυκνώνει την κατάρρευση όλων των οραματικών διεξόδων της νεωτερικότητας. Το πρόβλημα βεβαίως δεν βρίσκεται στην αποσύνδεση της αυθυπερβατικής τάσης από τις χρεωκοπημένες μορφές υπερατομικού ιδανικού, αλλά στην αδρανοποίησή της και στην ανεπανόρθωτη ίσως εξάρθρωσή της. Βρίσκεται στη δημιουργία της σημερινής άκρως επικίνδυνης κατάστασης, όπου το γενικό καλό, το καλό του είδους, παύει να έχει υποκειμενική αναφορά και εσωτερικό στήριγμα στην παρουσία του σημερινού νεωτερικού ανθρώπου.
Στο σημείο αυτό πρέπει να προσθέσουμε ότι ο πολιτισμός της νεωτερικότητας δεν νοηματοδοτεί την αυ-θυπερβατική τάση ως οργανικό-συστατικό στοιχείο του ανθρώπου. Την θεωρεί εκδήλωση εξωτερικών διεμβολών, περιοριστικών της ατομικής ελευθερίας, δηλαδή παθολογική. Και δεν διαθέτει, φυσικά, καμιά ειδική θεωρία και πρακτική για την καλλιέργεια της, ώστε να μπορεί ο άνθρωπος να διακρίνει το γενικό καλό από τις, πάντοτε πιθανές, πολυποίκιλες ειδωλοποιήσεις και παραπλανητικές μεταθέσεις του. Προφανώς ο ευνουχισμός της αυθυπερβατικής τάσης εμποδίζει την ομαλή λειτουργία και της ίδιας της αυτοεπιβεβαιωτικής τάσης, η οποία χρειάζεται πάντοτε κάποιο αυθυπερβατικό σημείο αναφοράς (έστω και «ατομικιστικό»), για να συγκροτήσει αυτό που θα μπορούσε να είναι η διαχρονική «ατομική ταυτότητα» του υποκειμένου της.
Οι δύο αυτές προσεγγίσεις μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε για ποιο λόγο η νεωτερικότητα, αντί να ενσαρκώνει το πρότυπό της, το αυτόνομο άτομο, ενσαρκώνει τελικά το αντίθετο του: το χαοτικό κοινωνικό ενεργούμενο. Ώστε τελικά οι παθολογικές κοινωνικές δομές να αποκτούν τη γνωστή ανεξέλεγκτη δυναμική τους.
III.
Η διαπίστωση για την εξάρθρωση της αυθυπερβατικής τάσης και την εσωτερική αποδιάρθρωση του υποκειμένου, μετατρέπει, αυτομάτως, κάθε εναλλακτική πρόταση σε ιδεολογική φενάκη. Σε λέξεις κενές περιεχομένου. Έτσι χωρίς θεωρία και πρακτική ανασχετικής παρεμβολής στις υφιστάμενες αποσυνθετικές διαδικασίες υποκειμενοποίησης, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για πραγματική εναλλακτική λύση.
Η ζητούμενη θεωρία και πρακτική βρίσκεται έξω από τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις του υποκειμένου της νεωτερικότητας, γιατί αφορά τη διαχείριση της αυθυπερβατικής τάσης, στην οποία ή νεωτερικότητα δεν αναγνωρίζει ούτε ανθρωπολογικό ούτε οντολογικό περιεχόμενο. Δεν είναι όμως εντελώς έξω από τις αντιληπτικές δυνατότητες όσων μετέχουν και σε προνεωτερικές μορφές υποκειμενοποίησης, οι οποίες νοηματοδοτούν την αυθυπερβατική τάση σαν κεντρική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Στη διαπίστωση αυτή βρίσκεται το κλειδί για να προσεγγίσει κανείς τη λύση του προβλήματος. Σε χώρες, όπου η νεωτερικότητα είναι εισαγόμενη, οι προνεωτερικές παραδόσεις μπορούν να χρησιμεύσουν σαν «αρχιμήδειο στήριγμα», γιατί υπεισέρχονται ακόμη, έστω και με αλλοτριωμένη μορφή, στη συγκρότηση των αντιληπτικών δυνατοτήτων του υποκειμένου. Μ' αυτή την έννοια η προσφυγή στην ελληνο-ορθόδοξη παράδοση είναι μια καθ' όλα νόμιμη ερευνητική πρόταση. Κι αυτό παρά τις επιφυλάξεις, ως προς το εύρος των δυνατοτήτων κατανόησης της και παρά τον ελλοχεύοντα κίνδυνο ενός φαντασιώδους «νεοησυχαστικού φουνταμενταλισμού».
Για τα έθνη της πάλαι ποτέ ελληνικής οικουμένης, που μετέχουν και στην ορθόδοξη παράδοση, είναι η προσιτότερη πρόταση. Η προσφυγή σ' αυτήν είναι αναγκαία συνθήκη για να λύσουν το πρόβλημα. Βεβαίως η ποιότητα της λύσης, που θα μπορούσαν να δώσουν, δεν θα εξαρτηθεί από την «παράδοση», αλλά από τη δική τους ικανότητα. Από το δικό τους δημιουργικό πνεύμα.
IV.
Η νεωτερικότητα θεμελιώθηκε στη μηδενιστική νοηματοδότηση της αυθυπερβατικής διάστασης του ανθρώπου. Στη συρρίκνωση του υποκειμένου στην αυτοεπιβεβαιωτική του διάσταση (ατομικισμός-φιλελευθερισμός). Πίστεψε ότι οι ελεύθερα αντικρουόμενες ατομικές επιδιώξεις εναρμονίζονται μόνες τους, κάνοντας τη δικαιοσύνη να ξεπηδά αυτόματα από την ατομική ελευθερία. Η εκρηκτική κοινωνική και εθνική ανισότητα που προέκυψαν, μαζί με τους αντίστοιχους τερατώδεις μηχανισμούς κυριαρχίας, διέψευσαν τις οντολογικές αυτές παραδοχές.
Η διάψευση γέννησε, ως οραματική διέξοδο, τον σοσιαλιστικό κολεκτιβισμό. Όμως ο σοσιαλισμός δεν αμφισβήτησε ποτέ τον νεωτερικό ιδεότυπο της αυτόματης απορροής της δικαιοσύνης από την ατομική ελευθερία. Τοποθέτησε απλώς την ισχύ του στο «τέλος της ιστορίας», δηλαδή ύστερα από μια μεταβατική περίοδο συνειδητής πρόταξης της κοινωνικής δικαιοσύνης, έναντι της ατομικής ελευθερίας (δικτατορία του προλεταριάτου). Η πρόταξη της κοινωνικής δικαιοσύνης θα μας επέτρεπε να «ξεπατώσουμε» τις ρίζες της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, που περιορίζονται, υποτίθεται, μόνο στο εξωτερικό πολιτικό-οικονομικό έδαφος και δεν έχουν διακλαδώσεις στο εσωτερικό του υποκειμένου. Η κατάληξη του σοσιαλιστικού εγχειρήματος διέψευσε επίσης τις αφετηριακές αυτές παραδοχές του. Με τη βίαιη πρόταξη της κοινωνικής δικαιοσύνης ξαναγυρίσαμε απλώς στη βαρβαρότητα, όπου δεν υπάρχει ούτε ελευθερία ούτε δικαιοσύνη. Το αίτημα της δικαιοσύνης, ως ελάχιστη συνθήκη ισορροπίας στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με τη φύση, έγινε ακόμα πιο επιτακτικό. Είναι το μέγα και άλυτο πρόβλημα της νεωτερικότητας.
Μερικοί αναζητούν τις ρίζες των σημερινών προβλημάτων στο πνεύμα της ελληνικής αρχαιότητας και του χριστιανισμού. Όμως η θεμελίωση της νεωτερικότητας βρίσκεται στους αντίποδες των μεγάλων αυτών παραδόσεων:
α) Οι αρχαίοι ζητούσαν την εσωτερική εναρμόνιση του ατομικού ψυχικού κόσμου, την οποία και ταύτιζαν με τη δικαιοσύνη. Έβλεπαν τη δικαιοσύνη ως προϊόν επίπονης προσπάθειας για την κατάκτηση της αρετής. Δικαιοσύνη = φρόνηση + ανδρεία + σωφροσύνη. Η δικαιοσύνη είναι, μάλιστα, το οντολογικό θεμέλιο της αρχαίας θέσμισης του κόσμου, η συστατική του αρχή, η ενατένιση της οποίας αποτελεί και την πηγή της θεότητας των θεών. Δεν είναι καθόλου μια συμβατικότητα. Δεν είναι το οντολογικό μηδέν της νεωτερικότητας. Οι αρχαίοι είχαν επιπλέον την αίσθηση του τραγικού. Γνώριζαν πολύ καλά ότι η ιδιωτική «δεινότητα», η ατομική ελευθερία —«των ανδρών το υπέρτολμον φρόνημα» και «των γυναικών οι πάντολμοι έρωτες» (Αισχύλος)— μπορούν να διαλύσουν κάθε σχέση τάξης και δικαιοσύνης και να ξαναρίξουν στο χάος τον ανθρώπινο κόσμο-κόσμημα. Γι' αυτό και είχαν θεσπίσει την ελέω και φόβω κάθαρση της ιδιωτικής «δεινότητας» μέσω της Τραγωδίας. Δεν ήταν λοιπόν τόσο αφελείς να πιστεύουν ότι μπορεί να σταθεί κοινωνία πάνω στην αγνόηση της τραγικής αντίθεσης ελευθερίας-δικαιοσύνης.
β) Ο χριστιανισμός, ανάγοντας την αγάπη σε συστατική αρχή του κόσμου, αλλάζει την οντολογική θεμελίωση του ελληνικού πολιτισμού. Η τραγική αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης λύνεται. Αρκεί να υπάρχει αγάπη χριστιανικού τύπου, δηλαδή αγάπη του διαφορετικού, αγάπη κι αυτού ακόμα του «εχθρού». Η αγάπη αυτή, εισάγοντας τη διάκριση γνωμικού και φυσικού θελήματος, διευρύνει καίρια την έννοια της ελευθερίας. Η ελευθερία του αγαπητικού υποκειμένου υπερβαίνει όχι μόνο τους εξωτερικούς φυσικούς και κοινωνικούς περιορισμούς, αλλά και τους εσωτερικούς (πάθη, ιδιοτέλεια, συνήθεια). Του επιτρέπει, επομένως, να αποστασιοποιείται από το σύστημα των αναγκών του, πράγμα για το οποίο δεν αρκεί η τραγωδιακή κάθαρση και η φιλοσοφική αγωγή των αρχαίων. Ούτε βεβαίως η ορθολογική «συνειδητότητα» του νεωτερικού ανθρώπου. Μαζί με την ελευθερία τρέπεται και η δικαιοσύνη. Αποκτά πρόσωπο ανθρώπινο, όταν εμπνέεται από την αγάπη. Από άτεγκτος νόμος αλλάζει σε φιλάνθρωπη παιδαγωγία.
Η διπλή αυτή, μέσω της αγάπης, διεύρυνση-τροπή της ελευθερίας και της δικαιοσύνης λύνει τη μεταξύ τους τραγική αντίθεση.
V.
Η ελληνο-ορθόδοξη θέσμιση φαίνεται, λοιπόν, να απαντά στο πρόβλημα που μας απασχολεί. Οι ακόλουθες τρεις παρατηρήσεις ενισχύουν την επισήμανση αυτή.
α) Μιλάμε για οντολογία και όχι για δεοντολογία και ηθικές παραινέσεις. Το προτεινόμενο αυθυπερβατικό στήριγμα, ως άτρεπτο, δεν ανήκει στην «κτιστή» μας φύση. Είναι «άκτιστη ενέργεια». Ο Θεός ο ίδιος. Παρά ταύτα είναι κάτι που «χαρίζεται» στον άνθρωπο, αν το επιθυμεί ειλικρινά. Η «παροχή» του συνδέεται με τη δυνατότητα χρησιμοποίησής του «επ' άγαθώ». Αν το χρησιμοποιείς η «παροχή» του αυξάνει. Αν όχι «αφαιρείται κι αυτό πού έχει δοθεί». Θετικός προσδιορισμός του: «καύση καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως». Συνθήκη εμφάνισης του: «όταν ο νους ξαναγυρίσει στην καρδιά και παραμείνει εκεί». Να υποθέσουμε ότι η ενότητα «νου και καρδίας» αλλάζει αυτό που ξέρουμε ως καρδιά και ως νου, σε κατάσταση διαχωρισμού;
Είναι φανερό ότι τα κείμενα μας παραπέμπουν σε κάτι για το οποίο ο νεωτερικός άνθρωπος δεν έχει εμπειρία. Πράγματι, η εμπειρία της «αγάπης του εχθρού» του είναι παντελώς άγνωστη και ως μονής κατευθύνσεως, μάλλον αδιανόητη, αν όχι απωθητική. Πρόκειται για αγάπη που δεν έχει σχέση με διαβαθμίσεις ή μεταλλαγές του φυσικού έρωτα, γιατί προϋποθέτει την ελεύθερη-συνειδητή επιλογή και συνάμα την τρομερή επίγνωση ότι κάθε συγκεκριμένος άνθρωπος είναι υπόσταση του κόσμου ολόκληρου, κοινωνικού και φυσικού. Τίθεται ζήτημα «σωτηρίας της κτίσεως», η οποία και εξαρτάται σαφώς από τη «σωτηρία του ανθρώπου». Η δε «σωτηρία του ανθρώπου» ταυτίζεται με την απόκτηση αυτού του είδους αγάπης. Η «συνειδητή αγάπη» (αν επιτρέπεται η εκλογίκευση) είναι ο κρίσιμος κρίκος χωρίς τον οποίο είναι αδύνατη η επανασυγκόλληση της κοσμικής αλυσίδας.
Είναι μια αγάπη οπωσδήποτε αινιγματική. Μοιάζει όμως να έχει κάτι απ' αυτήν η συμπάθεια που ζητά ο οικολόγος για τις φάλαινες και τις χελώνες του, ο εναλλακτικός για τους απόκληρους του συστήματος και ο ειλικρινής «πλουραλιστής» για τους «άλλους» και «ξένους»: τις καταπιεζόμενες παραδόσεις και μειονότητες.
β) Η ελληνο-ορθόδοξη θέσμιση δεν προσβλέπει στην κατάργηση της τραγικής αντίθεσης ελευθερίας-δικαιοσύνης. Ο ιστορικός κόσμος του ανθρώπου είναι ο κόσμος της «Πτώσης». Ενώ ο φυσικός κόσμος είναι «καλός λίαν», ο πολιτισμός του πτωτικού ανθρώπου θεμελιώνεται στη «γνώση καλού και πονηρού», δηλαδή στον αφύσικο διαχωρισμό σε «καλό» και σε «κακό». Η «Πτώση» αποτελεί απομάκρυνση από την αγάπη, που δεν κομματιάζει τον κόσμο, αλλά τον συνέχει και τον ζωοποιεί. Η «Πτώση» φέρνει την αδικία. Την καταστροφή και τον θάνατο στη Δημιουργία. Συνεπώς η λύση της αντίθεσης ελευθερίας-δικαιοσύνης εξαρτάται από την αναγωγή της αγάπης σε άξονα της υποκειμενοποίησης.
Η αναγωγή αυτή αναδεικνύει την εκκλησιαστική συλλογικότητα σε απάντηση στο «αίνιγμα της Ιστορίας». Σκοπός της εκκλησιαστικής συλλογικότητας ήταν να βοηθήσει τον άνθρωπο να απαλλαγεί από την εσωτερική χαοτικότητα και να γίνει πραγματικό πρόσωπο, δηλαδή αυθυπερβατική σχέση ελευθερίας-αγάπης με το απολύτως διαφορετικό (Θεός) και με το σχετικώς διαφορετικό (Πλησίον). Απόλυτη ενικότητα (ατομικότητα) και συγχρόνως υπόσταση καθολικότητας (έμπρακτης ευθύνης για τις τύχες του κόσμου). Πράγμα βεβαίως εντελώς ξεχασμένο και παρανοημένο από τον χριστιανισμό της νεωτερικής εποχής. Οι κοινότητες, που τέτοια υποκείμενα είναι σε θέση να φτιάξουν, δεν μπορούν να αναιρέσουν την «πτώση», ώστε να εξαλειφθεί η αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης. Μπορούν όμως να «σώσουν» τον κόσμο, δηλαδή να μην τον αφήσουν να καταστραφεί. Είναι το «άλας» που θα εμποδίσει τον κόσμο να «σαπίσει» ολοκληρωτικά.
γ) Μιλάμε στην πραγματικότητα για ολόκληρη θεωρία και πρακτική αλλαγής του «υποκειμένου της αλλαγής». Τo σχήμα της είναι περίπου το εξής: Η αυθυπερβατική τάση του ανθρώπου ήταν «κάποτε» καθαρή ορμή προς την απόλυτη ελευθερία-αγάπη, άλλα για κάποιους λόγους η ορμή αυτή διαστράφηκε. Ο άνθρωπος χώρισε την ελευθερία του από την αγάπη και στη θέση της αγάπης έβαλε τον αυτοερωτισμό και την ωφελιμοθηρία-ηδονοθηρία. Το αποτέλεσμα ήταν η πτώση του στο χάος των «παθών», η συνακόλουθη απώλεια εσωτερικής ελευθερίας και η τροπή του σε ενεργούμενο των «συνθηκών». Με τον καιρό η διαστροφή (το «παρά φύσιν») έγινε «δεύτερη φύση» και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, με την κληρονομικότητα, την αγωγή και τη συνήθεια. Τούτο σημαίνει ότι η εσωτερική χαοτικότητα, που κάνει τον σύγχρονο άνθρωπο να εξομοιώνεται με αυτόματο, ριζώνει σε μια βαθύτερη και διιστορικής εμβέλειας, σχεδόν «φυσική», εσωτερική χαοτικότητα, πράγμα που, ειρήσθω εν παρόδω, εξηγεί και την τρομερή δύναμη του καπιταλιστικού συστήματος. Το σύστημα αυτό θεμελιώνει την ύπαρξη του ακριβώς στην εσωτερική χαοτικότητα, στην αναγωγή της θεμελιακής πτωτικής διαστροφής του ανθρώπου σε φυσική. Αντιθέτως: σκοπός της παραδοσιακής ευχαριστιακής-ασκητικής υποκειμενοποίησης, είναι η άρση της «προπατορικής» διαστροφής και η αποκατάσταση της αυθυπερβατικής ορμής του ανθρώπου στην «αρχική» φυσική της ενότητα και κατεύθυνση.
Το θέμα της μετάβασης από την αρχαία κοσμοκεντρική οντολογία στη βυζαντινή προσωποκεντρική οντολογία, είναι πολύ σημαντικό, όχι μόνο για την προβληματική της νεωτερικής κρίσης, αλλά και για την κριτική της νεοελληνικής αλλοτρίωσης.
Ο Ελληνισμός ζητά μονίμως τη μετοχή στο είναι. Την υπερνίκηση της τροπής. Μάχεται τη χαοτικότητα. Το είναι, το άτρεπτο και αναλλοίωτο, το βλέπει αρχικά στην κοσμική Δικαιοσύνη και προσπαθεί να το εισαγάγει στη ζωή του ατόμου και της Πολιτείας. Καλεί τον ατομικισμό του να υπερβεί τη χαοτικότητα των κινήτρων, που είναι η κενοδοξία, ο φόβος και το συμφέρον (Θουκυδίδης), και να εναρμονισθεί αυτοβούλως με τη σταθερή και αναλλοίωτη κοσμική Τάξη-Δικαιοσύνη. Η Δικαιοσύνη δεν έχει όμως οντολογικό (δηλαδή άτρεπτο) έρεισμα στο εσωτερικό της αρχαίας ελληνικής ψυχής. Στήριγμά της είναι μόνο ο φόβος της επιστροφής στο χάος κι ο εκστατικός θαυμασμός του κοσμικού κάλλους. Και τα δυο καταφανώς ανίσχυρα εμπρός στο υπέρτολμον καί πάντολμον της ανθρωπίνης επιθυμίας. Το μακρύ ακροζύγισμα στο αδιέξοδο έκανε την ελληνική ατομικότητα να τραπεί τελικά στο αντίθετό της. Να ανακυκλωθεί πολιτειακά στο κολεκτιβιστικό πνεύμα της Ανατολής. Πράγμα που είναι η άλλη όψη της μακεδονικής εκτίναξης του Ελληνισμού στα όρια της «οικουμένης». Ζητείται έκτοτε ο «θείος άνδρας», που θα γίνει ο φορέας της Δικαιοσύνης. Ιεροποιείται η εξουσία και εισάγεται στην ελληνική ψυχή το αρνητικό πρότυπο του «μεγάλου βασιλέως».
Το ελληνικό άτομο και ο πολιτειακός κοινοτισμός του αποτελούσαν μακρινό παρελθόν όταν έκανε την εμφάνισή του ο χριστιανισμός. Ο Ελληνισμός είχε από καιρό εκφυλισθεί σε σκιά του κλασικού εαυτού του. Παρά ταύτα είδε στο χριστιανικό μήνυμα, όπως αυτό ενσαρκωνόταν στις αποστολικές κοινότητες, την απάντηση στα αρχαία του ερωτήματα. Και το εισέπνευσε «μέχρις ονύχων». Η επιλογή ήταν ελεύθερη και συνειδητή. Αν Έλληνες είναι οι μετέχοντες ελληνικής παιδείας, τότε είναι ο μόνος λαός πού έγιναν χριστιανοί ένας-ένας χωριστά. Το άτρεπτο στοιχείο που ζητούσαν, για να το κάνουν άξονα του Βίου και της Πολιτείας, το βρήκαν στην υπερφυσική χριστιανική αγάπη. Και δεν γελάστηκαν, αφού η εκκλησιαστική συλλογικότητα ανέστησε τον Ελληνισμό από τον τάφο και του έδωσε άλλα χίλια χρόνια ιστορίας στην πρωτοπορία του πολιτισμού.
Τίθεται το ερώτημα: Κατόρθωσε ο «ένδοξός μας βυζαντινισμός» (Καβάφης) να ενσαρκώσει το χριστιανικό πρόσωπο; Δηλαδή: α) να ακυρώσει την τροπή της ελληνικής ατομικότητας στο ασιατικό της αντίθετο, και β) να την αναστήσει σε ένα ανώτερο επίπεδο ύπαρξης, ικανής να κλείνει μέσα της και να λύνει την τραγική αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης;
Η απάντηση δεν είναι ούτε απολύτως θετική ούτε βεβαίως και αρνητική. Το Βυζάντιο ήταν κι αυτό μια «πτωτική» πολιτειακή μορφή. Κράμα ελληνικού κοινοτισμού και ασιατικού δεσποτισμού. Παρά τα προωθημένα στοιχεία «καλής αλλοίωσής» του, λόγω της παραδειγματικής εκκλησιαστικής συλλογικότητας στους κόλπους του, παρέμεινε κατάλοιπο της εθελούσιας «βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας» του ελληνικού πνεύματος. Ο κοινοτισμός περιορίστηκε στην τοπική κλίμακα. Η πολιτειακή δικαιοσύνη αναβλήθηκε για τη Δευτέρα Παρουσία, δείχνοντας ίσως έλλειμμα τραγικής εγρήγορσης. Λίγοι μπορούσαν να γίνουν άγιοι χωρίς να καταφύγουν στις ερημιές. Κι αυτό παρά την κοινή προσήλωση στο ιδανικό της αγιότητας. Είναι ωστόσο η μοναδική μορφή Πολιτείας, όπου η εξουσιαστική συλλογικότητα αντιρροπήθηκε σε κάποιο βαθμό από μια προσωποκεντρική, αντιδυναμοκεντρική-χαρισματική, συλλογικότητα.
Ίσως μπορεί να ειπωθεί ότι το Βυζάντιο «χρησιμοποίησε τη χριστιανική αγάπη για να πραγματοποιήσει το ιδανικό της ελληνικής παιδείας». Να εναρμονίσει την ψυχή μέσα στον κλειστό χώρο της μικρής αυτόνομης κοινότητας και να πετύχει έτσι τον ανεκπλήρωτο στόχο της αρχαιότητας. Το χριστιανικό ιδανικό, το άνοιγμα στο διαφορετικό (εις «πάντα τα έθνη») και η εργασία πάνω σ' αυτό, δεν προσεγγίστηκε, από τον βυζαντινό Ελληνισμό, παρά μόνο με τρόπο μερικό, περιπτωτικό και αμυντικό. Εξ ού και η αφαίρεση «ακόμα κι αυτού που του είχε δοθεί». Ο αναγεννημένος νεώτερος Ελληνισμός δεν μπόρεσε, σ' αυτό το σημείο, να υπερβεί το Βυζάντιο και προσπάθησε να το σβήσει από τη μνήμη του. Χάθηκε έτσι το περιθώριο της νεωτερικότητας. Τώρα όμως που η νεωτερικότητα καταρρέει και είναι αναγκασμένος να ζητήσει την προοπτική του έξω και πέρα απ' αυτήν, η ανάκτηση της ιστορικής μνήμης και η αναμέτρηση με τα ερωτήματά της, είναι ανάγκη επιτακτική.
* * *
Το ερώτημα που θέτει η κρίση της νεωτερικότητας είναι λοιπόν το εξής: μπορεί ο σημερινός άνθρωπος να βρει μέσα του ένα τόσο σταθερό αυθυπερβατικό στήριγμα που να του επιτρέπει α) να κυριαρχεί πάνω στην εσωτερική του χαοτικότητα, β) να αποστασιοποιείται από το σύστημα των αναγκών του και γ) να διαμορφώνει συλλογικές μορφές ικανές να ελέγχουν την τραγική αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης;
Είναι νομίζω φανερό ότι χωρίς μια καταφατική και πρακτικά επαληθεύσιμη διυποκειμενική απάντηση στο τριπλό αυτό ερώτημα, δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος προς τον ζητούμενο μετανεωτερικό πολιτισμό.
[*] Θεόδωρος Ι. Ζιάκας, Η ΕΚΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ, σ.309-321. Αρμός 2001, β' έκδοση.
- Με τη λέξη "υποκείμενο" νοείται εδώ ο «φορέας», η «υπόσταση» του κοινωνικού πεδίου. Πρακτικά αναφερόμαστε στους συγκεκριμένους ανθρώπους, συνυπολογίζοντας τη θέση που κατέχει -στο …GPS της κεφαλής τους- η προσιδιάζουσα στο υφιστάμενο κοινωνικό πεδίο θέσμιση των οντολογικών παραμέτρων του [ήγουν: ο τρόπος α) ρύθμισης της αντίθεσης ατομικού/συλλογικού, β) νοηματοδότησης των μεταφυσικών σημασιών και γ) θεμελίωσης της δικαιοπολιτικής νομιμοποίησης].
- Με τον όρο «αυθυπερβατική τάση» (ή «ορμή») νοείται -πρακτικά πάλι- η «δύναμη» η οποία συνέχει το άτομο με τον εν λόγω ορισμό των θεμελιωδών παραμέτρων του κοινωνικού πεδίου, -καθιστώντας το «υποκείμενο». (Για το πλήρες νόημα της λέξης «αυθυπέρβαση» πρέπει να πάει κανείς στο εν λόγω βιβλίο και μέσω αυτού στην ιλιγγιώδη οντολογία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητή).
Η σημερινή κρίση μπορεί να περιγραφεί ως αδυναμία του υποκειμένου της νεωτερικότητας να ελέγξει την αντίφαση ανάμεσα στο σύστημα των αναγκών του και στις συνέπειες του, που είναι το κοινωνικό, το εθνικό και το οικολογικό πρόβλημα.
Η αδυναμία αυτή αφορά την ίδια την προϋπόθεση κάθε εναλλακτικής λύσης: την ικανότητα του υποκειμένου να αποστασιοποιείται από τις κοινωνικά καθορισμένες ανάγκες του. Μ' αυτή την έννοια μιλάμε πλέον για κρίση του ίδιου του υποκειμένου.
I.
Ο ισχυρισμός ότι η κρίση αφορά το ίδιο το υποκείμενο μπορεί να βασιστεί σε δύο επισημάνσεις. Η πρώτη προκύπτει από την εμπειρία του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος, που αντιπροσωπεύει τη γιγαντιαία, αλλά αποτυχημένη, προσπάθεια της νεωτερικότητας να θέσει υπό έλεγχο τις διογκούμενες αντιφάσεις της. Η δεύτερη προκύπτει από τη σημερινή γενικευμένη «απάθεια» του νεωτερικού υποκειμένου.
Η προβληματική πάνω στην αποτυχία του σοσιαλισμού οδηγεί ακριβώς στο υποκείμενο. Διαπιστώνεται, σε όλες τις περιπτώσεις, ότι το «υποκείμενο της αλλαγής» αναπαράγει στο εσωτερικό του και στην κοινωνία, τις σχέσεις που προσπαθεί να «εξαλείψει». Αποδείχθηκε ότι η «καταστροφή του εχθρού» δεν εξασφαλίζει το ζητούμενο. Δεν φτάνει να «αλλάξουν οι συνθήκες». Πρέπει να αλλάξει και το ίδιο το «υποκείμενο της αλλαγής», ώστε να μην τις αναπαράγει. Καταδείχθηκε, με ακριβοπληρωμένη εμπειρία, ότι οι αντιφάσεις της νεωτερικότητας ριζώνουν στην ίδια τη «δομή» του υποκειμένου της και δεν μπορούν να λυθούν χωρίς ειδική παρέμβαση και στη δομή αυτή. Εκτός από τη θεωρία και πρακτική της «αλλαγής των συνθηκών», χρειαζόταν και κάποια ειδική θεωρία και πρακτική αυτο-αλλαγής του ίδιου του «υποκειμένου της αλλαγής».
Η ύπαρξη μιας τέτοιας θεωρίας «αλλαγής του υποκειμένου» θα οδηγούσε προφανώς και σε μια διαφορετικότερη θεωρία «αλλαγής των συνθηκών».
Η δεύτερη επισήμανση προκύπτει από την κοινότοπη παρατήρηση πως ενώ είναι φανερό ότι ο σύγχρονος πολιτισμός πριονίζει ο ίδιος το κλαδί στο οποίο κάθεται (υπερβαίνοντας τα οικολογικά και τα κοινωνικά του όρια) το αποτέλεσμα είναι η πλήρης «απάθεια» και απραξία. Οι εκκλήσεις των οικολόγων, των εναλλακτικών, των ηθικολόγων κ.λπ., στη λογικότητα και την ηθική ευαισθησία του υποκειμένου, δεν το αγγίζουν. Πράγμα που σημαίνει ότι το συμφέρον του ανθρώπου ως είδους, το «καλό της ανθρωπότητας», το «καλό των παιδιών μας» κ.τ.τ., τελικά δεν έχουν «τόπο» στη σύσταση του υποκειμένου της νεωτερικότητας.
Η διατύπωση αυτή μοιάζει υπερβολική, αλλά επαληθεύεται σήμερα πλήρως και πρωτίστως, από τη συμπεριφορά της «σιωπηλής πλειοψηφίας». Καλύπτει επίσης και όλους εκείνους πού αναγνωρίζουν στον εαυτό τους μια «ευαισθησία» εθνική, κοινωνική ή οικολογική: Η πλειονότητά τους σκέπτεται ότι «κάτι πρέπει να κάνουν». Αντιλαμβάνονται όμως ότι δεν έχουν την απαιτούμενη «ψυχική δύναμη». Οι υπόλοιποι δεν ξέρουν τί είναι αυτό που πρέπει να κάνουν. Κι αν υποθέσουμε ότι κατορθώνουν, μερικοί απ' αυτούς, να εντοπίσουν μια «εναλλακτική πρόταση» και να μπουν στον αγώνα για την πραγματοποίησή της, ανακαλύπτουν αμέσως ότι δεν μπορούν να πετύχουν τον απαιτούμενο συλλογικό συντονισμό. Όταν (και αν) λύσουν το πρόβλημα αυτό, ανακαλύπτουν ότι είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο, να πείσουν τις ευρύτερες λαϊκές μάζες. Κι αν τέλος υποθέσουμε ότι κατορθώνουν να σπάσουν κι αυτό το φράγμα και να γίνουν μαζικό κίνημα, τότε θα βρεθούν αντιμέτωποι με την εσωτερική πλευρά του προβλήματος: με το φαινόμενο της τροπής του «υποκειμένου της αλλαγής» στο αντίθετο του. Με το φαινόμενο πάνω στο οποίο, εντελώς άοπλος καθώς ήταν, συνετρίβη ο μαρξισμός.
Η (υποθετική) παρεμβολή (στην ανωτέρω προβληματική) α) της υλικής δύναμης των ηγετικών κοινωνικών ομάδων, οι επιδιώξεις των οποίων προϋποθέτουν την εξουδετέρωση των κινημάτων εθνικής, κοινωνικής και οικολογικής ευαισθησίας, σε συνδυασμό β) με τις παραλυτικές επιπτώσεις της κατάρρευσης των οραματικών διεξόδων της νεωτερικότητας, είναι ασφαλώς αναγκαία συνθήκη για την κατανόηση της αδυναμίας του νεωτερικού υποκειμένου. Δεν είναι όμως και ικανή.
II.
Η αδυναμία του υποκειμένου, όπως σκιαγραφείται από τις παρατηρήσεις αυτές, δεν υποδηλώνει απλώς την κρίση κάποιων εξωτερικών στοιχείων της παρουσίας του. Αν λάβουμε υπόψη την έκρηξη των ψυχικών ασθενειών, τη μάστιγα των ναρκωτικών, την εξάπλωση της εγκληματικότητας, ή την αυξανόμενη καταφυγή στον φαντασιακό χώρο της λεγόμενης «εικονικής πραγματικότητας», θα διαπιστώσουμε ότι η αναπαραγωγή του νεωτερικοΰ «παραδείγματος» δεν προκαλεί μόνο τα τρία διηπειρωτικά προβλήματα, που αναφέραμε στην αρχή του επιλόγου. Προκαλεί και την καταστροφή, ή τουλάχιστον την εξουδετέρωση, ουσιωδών διαστάσεων της υποκειμενικότητας. Κάτι που πρέπει να αξιολογηθεί ως η βαθύτερη όψη της κρίσης.
Πράγματι. Η κρίση του υποκειμένου μπορεί να περιγραφεί σαν εμπλοκή και στις δύο ροπές ή τάσεις, που συνιστούν τον άνθρωπο, ως χωροχρονική παρουσία: Τόσο της αυτο-επιβεβαιωτικής, μέσω της οποίας αναπαράγει τον εαυτό του ως άτομο, όσο και της αυθυ-περβατικής, μέσω της οποίας αναπαράγει τους όρους ύπαρξης της κοινωνικής ολότητας, έναντι της οποίας και ορίζεται ως άτομο (-υποκείμενο).
α) Η ραγδαία αποδιάρθρωση του ατόμου, ως παρουσίας με εσωτερική συνέχεια, καθιστά εμφανή την εμπλοκή στη λειτουργία της αυτο-επιβεβαιωτικής τάσης. Ο βίος του ατόμου τείνει να γίνει ακολουθία άσχετων στιγμών. Λείπει ο διαχρονικός σκοπός, που έχει τεθεί από το ίδιο το υποκείμενο και προσδίδει στις ενέργειές του ενοποιό-διαχρονικό νόημα. Η υποκειμενικότητα, αντί να είναι όντως ατομικότητα, παρουσία με διαχρονική ταυτότητα, όπως τουλάχιστον τη θέλει ο ιδεότυπος του Διαφωτισμού, καταντά χαοτικότητα. Δίχως ενότητα και συνέχεια. Δίχως νόημα. Τα όποια στοιχεία ενότητας και συνέχειας μπορούν να παρατηρηθούν, ανάγονται εν γένει στη βιολογική και πολιτισμική φύση του υποκειμένου και όχι στην «αυτόνομη βούλησή» του. Ανάγονται στην «κανονικότητα» των στοιχειωδών φυσικών ορμών και των διεμβλημένων επιταγών του απρόσωπου κοινωνικού μηχανισμού, μέσα στον όποιο έχει «χυθεί» ο χυλός αυτός που, κατ' ευφημισμόν, εξακολουθεί να λέγεται «υποκείμενο». Το αυτόνομο άτομο του Διαφωτισμού πραγματώνεται τελικά ακριβώς ως το αντίθετο του: ως κοινωνικό αυτόματο.
β) Η εμπλοκή στη λειτουργία της αυθυπερβατικής τάσης εκφράζεται, τυπικά, ως ανυπαρξία υπερατομικού ιδανικού. Το περιβόητο «τέλος των ιδεολογιών» συμπυκνώνει την κατάρρευση όλων των οραματικών διεξόδων της νεωτερικότητας. Το πρόβλημα βεβαίως δεν βρίσκεται στην αποσύνδεση της αυθυπερβατικής τάσης από τις χρεωκοπημένες μορφές υπερατομικού ιδανικού, αλλά στην αδρανοποίησή της και στην ανεπανόρθωτη ίσως εξάρθρωσή της. Βρίσκεται στη δημιουργία της σημερινής άκρως επικίνδυνης κατάστασης, όπου το γενικό καλό, το καλό του είδους, παύει να έχει υποκειμενική αναφορά και εσωτερικό στήριγμα στην παρουσία του σημερινού νεωτερικού ανθρώπου.
Στο σημείο αυτό πρέπει να προσθέσουμε ότι ο πολιτισμός της νεωτερικότητας δεν νοηματοδοτεί την αυ-θυπερβατική τάση ως οργανικό-συστατικό στοιχείο του ανθρώπου. Την θεωρεί εκδήλωση εξωτερικών διεμβολών, περιοριστικών της ατομικής ελευθερίας, δηλαδή παθολογική. Και δεν διαθέτει, φυσικά, καμιά ειδική θεωρία και πρακτική για την καλλιέργεια της, ώστε να μπορεί ο άνθρωπος να διακρίνει το γενικό καλό από τις, πάντοτε πιθανές, πολυποίκιλες ειδωλοποιήσεις και παραπλανητικές μεταθέσεις του. Προφανώς ο ευνουχισμός της αυθυπερβατικής τάσης εμποδίζει την ομαλή λειτουργία και της ίδιας της αυτοεπιβεβαιωτικής τάσης, η οποία χρειάζεται πάντοτε κάποιο αυθυπερβατικό σημείο αναφοράς (έστω και «ατομικιστικό»), για να συγκροτήσει αυτό που θα μπορούσε να είναι η διαχρονική «ατομική ταυτότητα» του υποκειμένου της.
Οι δύο αυτές προσεγγίσεις μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε για ποιο λόγο η νεωτερικότητα, αντί να ενσαρκώνει το πρότυπό της, το αυτόνομο άτομο, ενσαρκώνει τελικά το αντίθετο του: το χαοτικό κοινωνικό ενεργούμενο. Ώστε τελικά οι παθολογικές κοινωνικές δομές να αποκτούν τη γνωστή ανεξέλεγκτη δυναμική τους.
III.
Η διαπίστωση για την εξάρθρωση της αυθυπερβατικής τάσης και την εσωτερική αποδιάρθρωση του υποκειμένου, μετατρέπει, αυτομάτως, κάθε εναλλακτική πρόταση σε ιδεολογική φενάκη. Σε λέξεις κενές περιεχομένου. Έτσι χωρίς θεωρία και πρακτική ανασχετικής παρεμβολής στις υφιστάμενες αποσυνθετικές διαδικασίες υποκειμενοποίησης, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για πραγματική εναλλακτική λύση.
Η ζητούμενη θεωρία και πρακτική βρίσκεται έξω από τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις του υποκειμένου της νεωτερικότητας, γιατί αφορά τη διαχείριση της αυθυπερβατικής τάσης, στην οποία ή νεωτερικότητα δεν αναγνωρίζει ούτε ανθρωπολογικό ούτε οντολογικό περιεχόμενο. Δεν είναι όμως εντελώς έξω από τις αντιληπτικές δυνατότητες όσων μετέχουν και σε προνεωτερικές μορφές υποκειμενοποίησης, οι οποίες νοηματοδοτούν την αυθυπερβατική τάση σαν κεντρική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Στη διαπίστωση αυτή βρίσκεται το κλειδί για να προσεγγίσει κανείς τη λύση του προβλήματος. Σε χώρες, όπου η νεωτερικότητα είναι εισαγόμενη, οι προνεωτερικές παραδόσεις μπορούν να χρησιμεύσουν σαν «αρχιμήδειο στήριγμα», γιατί υπεισέρχονται ακόμη, έστω και με αλλοτριωμένη μορφή, στη συγκρότηση των αντιληπτικών δυνατοτήτων του υποκειμένου. Μ' αυτή την έννοια η προσφυγή στην ελληνο-ορθόδοξη παράδοση είναι μια καθ' όλα νόμιμη ερευνητική πρόταση. Κι αυτό παρά τις επιφυλάξεις, ως προς το εύρος των δυνατοτήτων κατανόησης της και παρά τον ελλοχεύοντα κίνδυνο ενός φαντασιώδους «νεοησυχαστικού φουνταμενταλισμού».
Για τα έθνη της πάλαι ποτέ ελληνικής οικουμένης, που μετέχουν και στην ορθόδοξη παράδοση, είναι η προσιτότερη πρόταση. Η προσφυγή σ' αυτήν είναι αναγκαία συνθήκη για να λύσουν το πρόβλημα. Βεβαίως η ποιότητα της λύσης, που θα μπορούσαν να δώσουν, δεν θα εξαρτηθεί από την «παράδοση», αλλά από τη δική τους ικανότητα. Από το δικό τους δημιουργικό πνεύμα.
IV.
Η νεωτερικότητα θεμελιώθηκε στη μηδενιστική νοηματοδότηση της αυθυπερβατικής διάστασης του ανθρώπου. Στη συρρίκνωση του υποκειμένου στην αυτοεπιβεβαιωτική του διάσταση (ατομικισμός-φιλελευθερισμός). Πίστεψε ότι οι ελεύθερα αντικρουόμενες ατομικές επιδιώξεις εναρμονίζονται μόνες τους, κάνοντας τη δικαιοσύνη να ξεπηδά αυτόματα από την ατομική ελευθερία. Η εκρηκτική κοινωνική και εθνική ανισότητα που προέκυψαν, μαζί με τους αντίστοιχους τερατώδεις μηχανισμούς κυριαρχίας, διέψευσαν τις οντολογικές αυτές παραδοχές.
Η διάψευση γέννησε, ως οραματική διέξοδο, τον σοσιαλιστικό κολεκτιβισμό. Όμως ο σοσιαλισμός δεν αμφισβήτησε ποτέ τον νεωτερικό ιδεότυπο της αυτόματης απορροής της δικαιοσύνης από την ατομική ελευθερία. Τοποθέτησε απλώς την ισχύ του στο «τέλος της ιστορίας», δηλαδή ύστερα από μια μεταβατική περίοδο συνειδητής πρόταξης της κοινωνικής δικαιοσύνης, έναντι της ατομικής ελευθερίας (δικτατορία του προλεταριάτου). Η πρόταξη της κοινωνικής δικαιοσύνης θα μας επέτρεπε να «ξεπατώσουμε» τις ρίζες της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, που περιορίζονται, υποτίθεται, μόνο στο εξωτερικό πολιτικό-οικονομικό έδαφος και δεν έχουν διακλαδώσεις στο εσωτερικό του υποκειμένου. Η κατάληξη του σοσιαλιστικού εγχειρήματος διέψευσε επίσης τις αφετηριακές αυτές παραδοχές του. Με τη βίαιη πρόταξη της κοινωνικής δικαιοσύνης ξαναγυρίσαμε απλώς στη βαρβαρότητα, όπου δεν υπάρχει ούτε ελευθερία ούτε δικαιοσύνη. Το αίτημα της δικαιοσύνης, ως ελάχιστη συνθήκη ισορροπίας στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με τη φύση, έγινε ακόμα πιο επιτακτικό. Είναι το μέγα και άλυτο πρόβλημα της νεωτερικότητας.
Μερικοί αναζητούν τις ρίζες των σημερινών προβλημάτων στο πνεύμα της ελληνικής αρχαιότητας και του χριστιανισμού. Όμως η θεμελίωση της νεωτερικότητας βρίσκεται στους αντίποδες των μεγάλων αυτών παραδόσεων:
α) Οι αρχαίοι ζητούσαν την εσωτερική εναρμόνιση του ατομικού ψυχικού κόσμου, την οποία και ταύτιζαν με τη δικαιοσύνη. Έβλεπαν τη δικαιοσύνη ως προϊόν επίπονης προσπάθειας για την κατάκτηση της αρετής. Δικαιοσύνη = φρόνηση + ανδρεία + σωφροσύνη. Η δικαιοσύνη είναι, μάλιστα, το οντολογικό θεμέλιο της αρχαίας θέσμισης του κόσμου, η συστατική του αρχή, η ενατένιση της οποίας αποτελεί και την πηγή της θεότητας των θεών. Δεν είναι καθόλου μια συμβατικότητα. Δεν είναι το οντολογικό μηδέν της νεωτερικότητας. Οι αρχαίοι είχαν επιπλέον την αίσθηση του τραγικού. Γνώριζαν πολύ καλά ότι η ιδιωτική «δεινότητα», η ατομική ελευθερία —«των ανδρών το υπέρτολμον φρόνημα» και «των γυναικών οι πάντολμοι έρωτες» (Αισχύλος)— μπορούν να διαλύσουν κάθε σχέση τάξης και δικαιοσύνης και να ξαναρίξουν στο χάος τον ανθρώπινο κόσμο-κόσμημα. Γι' αυτό και είχαν θεσπίσει την ελέω και φόβω κάθαρση της ιδιωτικής «δεινότητας» μέσω της Τραγωδίας. Δεν ήταν λοιπόν τόσο αφελείς να πιστεύουν ότι μπορεί να σταθεί κοινωνία πάνω στην αγνόηση της τραγικής αντίθεσης ελευθερίας-δικαιοσύνης.
β) Ο χριστιανισμός, ανάγοντας την αγάπη σε συστατική αρχή του κόσμου, αλλάζει την οντολογική θεμελίωση του ελληνικού πολιτισμού. Η τραγική αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης λύνεται. Αρκεί να υπάρχει αγάπη χριστιανικού τύπου, δηλαδή αγάπη του διαφορετικού, αγάπη κι αυτού ακόμα του «εχθρού». Η αγάπη αυτή, εισάγοντας τη διάκριση γνωμικού και φυσικού θελήματος, διευρύνει καίρια την έννοια της ελευθερίας. Η ελευθερία του αγαπητικού υποκειμένου υπερβαίνει όχι μόνο τους εξωτερικούς φυσικούς και κοινωνικούς περιορισμούς, αλλά και τους εσωτερικούς (πάθη, ιδιοτέλεια, συνήθεια). Του επιτρέπει, επομένως, να αποστασιοποιείται από το σύστημα των αναγκών του, πράγμα για το οποίο δεν αρκεί η τραγωδιακή κάθαρση και η φιλοσοφική αγωγή των αρχαίων. Ούτε βεβαίως η ορθολογική «συνειδητότητα» του νεωτερικού ανθρώπου. Μαζί με την ελευθερία τρέπεται και η δικαιοσύνη. Αποκτά πρόσωπο ανθρώπινο, όταν εμπνέεται από την αγάπη. Από άτεγκτος νόμος αλλάζει σε φιλάνθρωπη παιδαγωγία.
Η διπλή αυτή, μέσω της αγάπης, διεύρυνση-τροπή της ελευθερίας και της δικαιοσύνης λύνει τη μεταξύ τους τραγική αντίθεση.
V.
Η ελληνο-ορθόδοξη θέσμιση φαίνεται, λοιπόν, να απαντά στο πρόβλημα που μας απασχολεί. Οι ακόλουθες τρεις παρατηρήσεις ενισχύουν την επισήμανση αυτή.
α) Μιλάμε για οντολογία και όχι για δεοντολογία και ηθικές παραινέσεις. Το προτεινόμενο αυθυπερβατικό στήριγμα, ως άτρεπτο, δεν ανήκει στην «κτιστή» μας φύση. Είναι «άκτιστη ενέργεια». Ο Θεός ο ίδιος. Παρά ταύτα είναι κάτι που «χαρίζεται» στον άνθρωπο, αν το επιθυμεί ειλικρινά. Η «παροχή» του συνδέεται με τη δυνατότητα χρησιμοποίησής του «επ' άγαθώ». Αν το χρησιμοποιείς η «παροχή» του αυξάνει. Αν όχι «αφαιρείται κι αυτό πού έχει δοθεί». Θετικός προσδιορισμός του: «καύση καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως». Συνθήκη εμφάνισης του: «όταν ο νους ξαναγυρίσει στην καρδιά και παραμείνει εκεί». Να υποθέσουμε ότι η ενότητα «νου και καρδίας» αλλάζει αυτό που ξέρουμε ως καρδιά και ως νου, σε κατάσταση διαχωρισμού;
Είναι φανερό ότι τα κείμενα μας παραπέμπουν σε κάτι για το οποίο ο νεωτερικός άνθρωπος δεν έχει εμπειρία. Πράγματι, η εμπειρία της «αγάπης του εχθρού» του είναι παντελώς άγνωστη και ως μονής κατευθύνσεως, μάλλον αδιανόητη, αν όχι απωθητική. Πρόκειται για αγάπη που δεν έχει σχέση με διαβαθμίσεις ή μεταλλαγές του φυσικού έρωτα, γιατί προϋποθέτει την ελεύθερη-συνειδητή επιλογή και συνάμα την τρομερή επίγνωση ότι κάθε συγκεκριμένος άνθρωπος είναι υπόσταση του κόσμου ολόκληρου, κοινωνικού και φυσικού. Τίθεται ζήτημα «σωτηρίας της κτίσεως», η οποία και εξαρτάται σαφώς από τη «σωτηρία του ανθρώπου». Η δε «σωτηρία του ανθρώπου» ταυτίζεται με την απόκτηση αυτού του είδους αγάπης. Η «συνειδητή αγάπη» (αν επιτρέπεται η εκλογίκευση) είναι ο κρίσιμος κρίκος χωρίς τον οποίο είναι αδύνατη η επανασυγκόλληση της κοσμικής αλυσίδας.
Είναι μια αγάπη οπωσδήποτε αινιγματική. Μοιάζει όμως να έχει κάτι απ' αυτήν η συμπάθεια που ζητά ο οικολόγος για τις φάλαινες και τις χελώνες του, ο εναλλακτικός για τους απόκληρους του συστήματος και ο ειλικρινής «πλουραλιστής» για τους «άλλους» και «ξένους»: τις καταπιεζόμενες παραδόσεις και μειονότητες.
β) Η ελληνο-ορθόδοξη θέσμιση δεν προσβλέπει στην κατάργηση της τραγικής αντίθεσης ελευθερίας-δικαιοσύνης. Ο ιστορικός κόσμος του ανθρώπου είναι ο κόσμος της «Πτώσης». Ενώ ο φυσικός κόσμος είναι «καλός λίαν», ο πολιτισμός του πτωτικού ανθρώπου θεμελιώνεται στη «γνώση καλού και πονηρού», δηλαδή στον αφύσικο διαχωρισμό σε «καλό» και σε «κακό». Η «Πτώση» αποτελεί απομάκρυνση από την αγάπη, που δεν κομματιάζει τον κόσμο, αλλά τον συνέχει και τον ζωοποιεί. Η «Πτώση» φέρνει την αδικία. Την καταστροφή και τον θάνατο στη Δημιουργία. Συνεπώς η λύση της αντίθεσης ελευθερίας-δικαιοσύνης εξαρτάται από την αναγωγή της αγάπης σε άξονα της υποκειμενοποίησης.
Η αναγωγή αυτή αναδεικνύει την εκκλησιαστική συλλογικότητα σε απάντηση στο «αίνιγμα της Ιστορίας». Σκοπός της εκκλησιαστικής συλλογικότητας ήταν να βοηθήσει τον άνθρωπο να απαλλαγεί από την εσωτερική χαοτικότητα και να γίνει πραγματικό πρόσωπο, δηλαδή αυθυπερβατική σχέση ελευθερίας-αγάπης με το απολύτως διαφορετικό (Θεός) και με το σχετικώς διαφορετικό (Πλησίον). Απόλυτη ενικότητα (ατομικότητα) και συγχρόνως υπόσταση καθολικότητας (έμπρακτης ευθύνης για τις τύχες του κόσμου). Πράγμα βεβαίως εντελώς ξεχασμένο και παρανοημένο από τον χριστιανισμό της νεωτερικής εποχής. Οι κοινότητες, που τέτοια υποκείμενα είναι σε θέση να φτιάξουν, δεν μπορούν να αναιρέσουν την «πτώση», ώστε να εξαλειφθεί η αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης. Μπορούν όμως να «σώσουν» τον κόσμο, δηλαδή να μην τον αφήσουν να καταστραφεί. Είναι το «άλας» που θα εμποδίσει τον κόσμο να «σαπίσει» ολοκληρωτικά.
γ) Μιλάμε στην πραγματικότητα για ολόκληρη θεωρία και πρακτική αλλαγής του «υποκειμένου της αλλαγής». Τo σχήμα της είναι περίπου το εξής: Η αυθυπερβατική τάση του ανθρώπου ήταν «κάποτε» καθαρή ορμή προς την απόλυτη ελευθερία-αγάπη, άλλα για κάποιους λόγους η ορμή αυτή διαστράφηκε. Ο άνθρωπος χώρισε την ελευθερία του από την αγάπη και στη θέση της αγάπης έβαλε τον αυτοερωτισμό και την ωφελιμοθηρία-ηδονοθηρία. Το αποτέλεσμα ήταν η πτώση του στο χάος των «παθών», η συνακόλουθη απώλεια εσωτερικής ελευθερίας και η τροπή του σε ενεργούμενο των «συνθηκών». Με τον καιρό η διαστροφή (το «παρά φύσιν») έγινε «δεύτερη φύση» και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, με την κληρονομικότητα, την αγωγή και τη συνήθεια. Τούτο σημαίνει ότι η εσωτερική χαοτικότητα, που κάνει τον σύγχρονο άνθρωπο να εξομοιώνεται με αυτόματο, ριζώνει σε μια βαθύτερη και διιστορικής εμβέλειας, σχεδόν «φυσική», εσωτερική χαοτικότητα, πράγμα που, ειρήσθω εν παρόδω, εξηγεί και την τρομερή δύναμη του καπιταλιστικού συστήματος. Το σύστημα αυτό θεμελιώνει την ύπαρξη του ακριβώς στην εσωτερική χαοτικότητα, στην αναγωγή της θεμελιακής πτωτικής διαστροφής του ανθρώπου σε φυσική. Αντιθέτως: σκοπός της παραδοσιακής ευχαριστιακής-ασκητικής υποκειμενοποίησης, είναι η άρση της «προπατορικής» διαστροφής και η αποκατάσταση της αυθυπερβατικής ορμής του ανθρώπου στην «αρχική» φυσική της ενότητα και κατεύθυνση.
Το θέμα της μετάβασης από την αρχαία κοσμοκεντρική οντολογία στη βυζαντινή προσωποκεντρική οντολογία, είναι πολύ σημαντικό, όχι μόνο για την προβληματική της νεωτερικής κρίσης, αλλά και για την κριτική της νεοελληνικής αλλοτρίωσης.
Ο Ελληνισμός ζητά μονίμως τη μετοχή στο είναι. Την υπερνίκηση της τροπής. Μάχεται τη χαοτικότητα. Το είναι, το άτρεπτο και αναλλοίωτο, το βλέπει αρχικά στην κοσμική Δικαιοσύνη και προσπαθεί να το εισαγάγει στη ζωή του ατόμου και της Πολιτείας. Καλεί τον ατομικισμό του να υπερβεί τη χαοτικότητα των κινήτρων, που είναι η κενοδοξία, ο φόβος και το συμφέρον (Θουκυδίδης), και να εναρμονισθεί αυτοβούλως με τη σταθερή και αναλλοίωτη κοσμική Τάξη-Δικαιοσύνη. Η Δικαιοσύνη δεν έχει όμως οντολογικό (δηλαδή άτρεπτο) έρεισμα στο εσωτερικό της αρχαίας ελληνικής ψυχής. Στήριγμά της είναι μόνο ο φόβος της επιστροφής στο χάος κι ο εκστατικός θαυμασμός του κοσμικού κάλλους. Και τα δυο καταφανώς ανίσχυρα εμπρός στο υπέρτολμον καί πάντολμον της ανθρωπίνης επιθυμίας. Το μακρύ ακροζύγισμα στο αδιέξοδο έκανε την ελληνική ατομικότητα να τραπεί τελικά στο αντίθετό της. Να ανακυκλωθεί πολιτειακά στο κολεκτιβιστικό πνεύμα της Ανατολής. Πράγμα που είναι η άλλη όψη της μακεδονικής εκτίναξης του Ελληνισμού στα όρια της «οικουμένης». Ζητείται έκτοτε ο «θείος άνδρας», που θα γίνει ο φορέας της Δικαιοσύνης. Ιεροποιείται η εξουσία και εισάγεται στην ελληνική ψυχή το αρνητικό πρότυπο του «μεγάλου βασιλέως».
Το ελληνικό άτομο και ο πολιτειακός κοινοτισμός του αποτελούσαν μακρινό παρελθόν όταν έκανε την εμφάνισή του ο χριστιανισμός. Ο Ελληνισμός είχε από καιρό εκφυλισθεί σε σκιά του κλασικού εαυτού του. Παρά ταύτα είδε στο χριστιανικό μήνυμα, όπως αυτό ενσαρκωνόταν στις αποστολικές κοινότητες, την απάντηση στα αρχαία του ερωτήματα. Και το εισέπνευσε «μέχρις ονύχων». Η επιλογή ήταν ελεύθερη και συνειδητή. Αν Έλληνες είναι οι μετέχοντες ελληνικής παιδείας, τότε είναι ο μόνος λαός πού έγιναν χριστιανοί ένας-ένας χωριστά. Το άτρεπτο στοιχείο που ζητούσαν, για να το κάνουν άξονα του Βίου και της Πολιτείας, το βρήκαν στην υπερφυσική χριστιανική αγάπη. Και δεν γελάστηκαν, αφού η εκκλησιαστική συλλογικότητα ανέστησε τον Ελληνισμό από τον τάφο και του έδωσε άλλα χίλια χρόνια ιστορίας στην πρωτοπορία του πολιτισμού.
Τίθεται το ερώτημα: Κατόρθωσε ο «ένδοξός μας βυζαντινισμός» (Καβάφης) να ενσαρκώσει το χριστιανικό πρόσωπο; Δηλαδή: α) να ακυρώσει την τροπή της ελληνικής ατομικότητας στο ασιατικό της αντίθετο, και β) να την αναστήσει σε ένα ανώτερο επίπεδο ύπαρξης, ικανής να κλείνει μέσα της και να λύνει την τραγική αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης;
Η απάντηση δεν είναι ούτε απολύτως θετική ούτε βεβαίως και αρνητική. Το Βυζάντιο ήταν κι αυτό μια «πτωτική» πολιτειακή μορφή. Κράμα ελληνικού κοινοτισμού και ασιατικού δεσποτισμού. Παρά τα προωθημένα στοιχεία «καλής αλλοίωσής» του, λόγω της παραδειγματικής εκκλησιαστικής συλλογικότητας στους κόλπους του, παρέμεινε κατάλοιπο της εθελούσιας «βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας» του ελληνικού πνεύματος. Ο κοινοτισμός περιορίστηκε στην τοπική κλίμακα. Η πολιτειακή δικαιοσύνη αναβλήθηκε για τη Δευτέρα Παρουσία, δείχνοντας ίσως έλλειμμα τραγικής εγρήγορσης. Λίγοι μπορούσαν να γίνουν άγιοι χωρίς να καταφύγουν στις ερημιές. Κι αυτό παρά την κοινή προσήλωση στο ιδανικό της αγιότητας. Είναι ωστόσο η μοναδική μορφή Πολιτείας, όπου η εξουσιαστική συλλογικότητα αντιρροπήθηκε σε κάποιο βαθμό από μια προσωποκεντρική, αντιδυναμοκεντρική-χαρισματική, συλλογικότητα.
Ίσως μπορεί να ειπωθεί ότι το Βυζάντιο «χρησιμοποίησε τη χριστιανική αγάπη για να πραγματοποιήσει το ιδανικό της ελληνικής παιδείας». Να εναρμονίσει την ψυχή μέσα στον κλειστό χώρο της μικρής αυτόνομης κοινότητας και να πετύχει έτσι τον ανεκπλήρωτο στόχο της αρχαιότητας. Το χριστιανικό ιδανικό, το άνοιγμα στο διαφορετικό (εις «πάντα τα έθνη») και η εργασία πάνω σ' αυτό, δεν προσεγγίστηκε, από τον βυζαντινό Ελληνισμό, παρά μόνο με τρόπο μερικό, περιπτωτικό και αμυντικό. Εξ ού και η αφαίρεση «ακόμα κι αυτού που του είχε δοθεί». Ο αναγεννημένος νεώτερος Ελληνισμός δεν μπόρεσε, σ' αυτό το σημείο, να υπερβεί το Βυζάντιο και προσπάθησε να το σβήσει από τη μνήμη του. Χάθηκε έτσι το περιθώριο της νεωτερικότητας. Τώρα όμως που η νεωτερικότητα καταρρέει και είναι αναγκασμένος να ζητήσει την προοπτική του έξω και πέρα απ' αυτήν, η ανάκτηση της ιστορικής μνήμης και η αναμέτρηση με τα ερωτήματά της, είναι ανάγκη επιτακτική.
* * *
Το ερώτημα που θέτει η κρίση της νεωτερικότητας είναι λοιπόν το εξής: μπορεί ο σημερινός άνθρωπος να βρει μέσα του ένα τόσο σταθερό αυθυπερβατικό στήριγμα που να του επιτρέπει α) να κυριαρχεί πάνω στην εσωτερική του χαοτικότητα, β) να αποστασιοποιείται από το σύστημα των αναγκών του και γ) να διαμορφώνει συλλογικές μορφές ικανές να ελέγχουν την τραγική αντίθεση ελευθερίας-δικαιοσύνης;
Είναι νομίζω φανερό ότι χωρίς μια καταφατική και πρακτικά επαληθεύσιμη διυποκειμενική απάντηση στο τριπλό αυτό ερώτημα, δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος προς τον ζητούμενο μετανεωτερικό πολιτισμό.
[*] Θεόδωρος Ι. Ζιάκας, Η ΕΚΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ, σ.309-321. Αρμός 2001, β' έκδοση.
πηγή: Αντίφωνο
Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011
Ένας απόστρατος θύμωσε
Άρθρο | Παρ, 07/29/2011 - 18:48
Επειδή, πολλά ακούγονται τελευταία, όπως ‘πού είναι ο στρατός’ , ‘γιατί δεν επεμβαίνει ο στρατός’ κλπ, κλπ…
Κύριοι και κυρίες συμπολίτες, συμπολίτισσες, ΤΡΕΛΑΘΗΚΑΤΕ ΤΕΛΕΙΩΣ?
Τολμάτε και βάζετε στο στόμα σας ότι πιο ΠΟΛΥΤΙΜΟ αγαθό έχει απομείνει σε αυτό τον τόπο?
Σε πιο απύθμενο πηγάδι ψάχνετε απεγνωσμένα πάτο, για να κρύψετε την ΘΡΑΣΥΔΕΙΛΙΑ σας, την ΛΑΜΟΓΙΑ σας, το ΒΟΛΕΜΑ του καναπέ σας, τον ΕΦΙΑΛΤΗ που κρύβετε πίσω από το προσωπείο σας?
Εάν ήσασταν αγράμματοι, θα είχατε μια κάποια δικαιολογία, αλλά στην χώρα μας δεν υπάρχουν πλέον αγράμματοι. Ως εκ τούτου, επειδή κάποια από εσάς, τα πτυχία σας τα έχετε σε κάδρο για καλλωπιστικούς λόγους,
και επειδή, για όσους από εσάς που γνωρίζουν, αναπαράγουν ίδια ερωτήματα έντεχνα και δολίως, ξεχνώντας ταυτόχρονα την απλή υποχρέωση του ΠΟΛΙΤΗ αυτής της χώρας, να υπερασπίσει με όποιο τρόπο μπορεί το ΣΥΝΤΑΓΜΑ και τους ΝΟΜΟΥΣ αυτού του Κράτους, όπως πηγάζει από το ακροτελεύτιο άρθρο120 του Συντάγματος,
Είστε ΑΧΡΕΙΟΙ.
ΒΑΛΤΕ ΚΑΛΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΣΑΣ αυτό, που το ΣΥΝΤΑΓΜΑ και η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ μας ΟΡΙΖΕΙ για το πότε μπορεί να επέμβει ο στρατός.
Ο Στρατός, είναι και θα παραμείνει, πιστός στον ΟΡΚΟ που έδωσε έναντι του ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, της ΣΗΜΑΙΑΣ, και της ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ της ΠΑΤΡΙΔΑΣ από εχθρική επιθετική ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ επιβουλή.
Ο Έλληνας Αξιωματικός και Υπαξιωματικός, είναι ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ.
Δεν είναι ένστολος πολίτης.
(Ένστολοι πολίτες είναι οι Αστυνομικοί, οι Λιμενικοί, οι Πυροσβέστες, Δασοφύλακες κλπ
Δεν είναι μισθωτός. Η Πατρίδα του καταβάλει Ημερήσια Αποζημίωση, για να μπορεί να εκπληρώνει στο ακέραιο την αποστολή του.
(Αν ήταν μισθωτός θα ήταν μισθοφόρος)
Ως ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ, δεν έχει το δικαίωμα του συνδικαλίζεστε.
Ακριβώς, γιατί δεν είναι ένστολος πολίτης.
Ακόμη και σε αποστρατεία, μέχρι να κλείσει ο βιολογικός του κύκλος, είναι ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ.
Όπλο θα σηκώσει ΜΟΝΟ για να αμυνθεί υπερασπιζόμενος με την ζωή του τον ΟΡΚΟ που έδωσε, όταν απειληθεί με όπλο από Στρατιώτη άλλης χώρας που θα επιβουλευτεί την Πατρίδα, την Σημαία και την Δημοκρατία μας.
Όλα τα άλλα είναι υποχρεώσεις των ΠΟΛΙΤΩΝ που απορρέουν από το ΣΥΝΤΑΓΜΑ και την Δημοκρατία μας.
Τέρμα τα αστεία Κύριοι και Κυρίες.
Δεν έχετε άλλες δικαιολογίες για να κρύβεστε πίσω από την λέξη άγνοια..
Βγείτε και δικαιολογείστε τον τίτλο του ΠΟΛΙΤΗ αυτής της ΧΩΡΑΣ.
Ειδάλλως είστε και θα παραμείνετε τουλάχιστον ΑΧΡΕΙΟΙ.
Γεράσιμος Π. Βαλσαμής
Ασμχος ε.α
Ανοικτή επιστολή στους Προέδρους Κύπρου και ελληνικής κυβέρνησης
Γράφει ο
Δημήτρης Αλευρομάγειρος
Δημήτρης Αλευρομάγειρος
Αξιότιμοι Κύριοι,
Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, Κύριε Δημήτρη Χριστόφια και
Πρόεδρε της Ελληνικής Κυβέρνησης, Κύριε Γεώργιε Παπανδρέου,
Οι εμετικά προκλητικές δηλώσεις του γενίτσαρου και κατά δήλωσίν του μισούντος την Ελλάδα, Πρωθυπουργού της Τουρκίας Ερντογαν, μέσα στα αιματοβαμμένα από το αίμα των Κυπρίων αδελφών μας χώματα την «επέτειο» της βάρβαρης εισβολής δεν υπερέβησαν απλά τα εσκαμμένα. Είναι απόλυτα ταπεινωτικές και ευθέως πολεμικά προκλητικές για το σύνολο του Ελληνισμού.
Τυχόν ψελλίσματα προς τον ΟΗΕ, ο Γ.Γ του οποίου κ. Μπαν Κι Μουν, μόλις προχθές, στις 7 Ιουλίου 2011, απέδειξε μόνον τα φιλοτουρκικά του αισθήματα και σας έσυρε σε μια νέα απόλυτη ενδοτική υποταγή, είναι άνευ άξιας και στην καλλίτερη περίπτωση προκαλούν τον γέλωτα και τις ειρωνείες αυτού του μισητού ανθέλληνα γενίτσαρου.
Όμως μέσα στην ανιστόρητη και ανόητη αλαζονεία του ο Ερντογάν σας έδωσε ένα ισχυρό χαρτί για να τον στείλετε από κει που ήρθε και αυτόν και την ανιστόρητη τουρκική ελίτ.
Οι σκιές των Νεκρών Ηρώων των αγώνων του Έθνους σε ολόκληρο τον Ελληνικό χώρο αλλά και ολόκληρος ο ζων και αγέννητος ακόμη Ελληνισμός, απαιτούν να δώσετε ΤΩΡΑ,ΧΘΕΣ μια αποτελεσματική αποφασιστική σοβαρή απάντηση σε αυτόν τον αλαζόνα ο οποίος ενεργών όπως ενεργεί, κατέστρεψε και το τελευταίο ίχνος ανοχής, με το οποίον δυστυχώς τον είχατε περιβάλει.
Κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας υποχρεούστε να διακόψετε ΣΗΜΕΡΑ, ΧΘΕΣ, την, όπως την ονόμασε και ο ίδιος ο Ερντογαν, κωμωδία των συζητήσεων με την μαριονέττα Έρογλου.
Κύριε Πρωθυπουργέ της Ελλάδας, υποχρεούστε ΣΗΜΕΡΑ, ΧΘΕΣ να διακόψετε τις όποιες συζητήσεις έχουν οι επιτροπές σας για τη διευθέτηση των «Ελληνοτουρκικών διαφόρων» (!)
Κύριοι Πρόεδροι, υποχρεούστε να ανακαλέσετε ΣΗΜΕΡΑ,ΧΘΕΣ τους πρεσβευτές σας από την Άγκυρα, να καταγγείλετε τις διπλωματικές σας σχέσεις και να αποσύρετε πλήρως την όποιαν υποστήριξη έχετε δώσει για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. καταγγέλλοντάς την επίσης σε όλα τα διεθνή φόρα
Δεν υπερβάλλουμε Κύριοι, Κύριοι Πρόεδροι,
Μόνον έτσι θα τους συνετίσετε και θα συμπαρασύρετε και ολόκληρο τον Ελληνικό Λαό προς αυτήν την ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΟΡΘΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ.
Άλλως η μεν Τουρκία θα προχωρήσει ανενόχλητη στην ολοκλήρωση της καταστροφής της Κύπρου και στη συνέχεια της Ελλάδας και εσείς θα έχετε εσαεί το στίγμα του τουρκοπροσκυνημενου και η Νέμεση της Ελληνικής Ιστορίας θα σας εγκαλεί αιώνια.
Και αυτό μεν αφορά εσάς ως άτομα αλλά επειδή ο Ελληνικός Λαός όπως πάρα πολλές φορές έχει πράξει, δεν επιθυμεί τέτοια κατάντια , αν δεν το πράξετε εσείς θα το πράξει αυτός.
Με βαθύτατη εκτίμηση προς τα ύψιστα πολιτικά αξιώματα που υπηρετείτε,
Δημήτρης Αλευρομάγειρος,
Αντιστρατηγος ε.α.
Επίτιμος Γενικός Επιθεωρητής Στρατού
Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, Κύριε Δημήτρη Χριστόφια και
Πρόεδρε της Ελληνικής Κυβέρνησης, Κύριε Γεώργιε Παπανδρέου,
Οι εμετικά προκλητικές δηλώσεις του γενίτσαρου και κατά δήλωσίν του μισούντος την Ελλάδα, Πρωθυπουργού της Τουρκίας Ερντογαν, μέσα στα αιματοβαμμένα από το αίμα των Κυπρίων αδελφών μας χώματα την «επέτειο» της βάρβαρης εισβολής δεν υπερέβησαν απλά τα εσκαμμένα. Είναι απόλυτα ταπεινωτικές και ευθέως πολεμικά προκλητικές για το σύνολο του Ελληνισμού.
Τυχόν ψελλίσματα προς τον ΟΗΕ, ο Γ.Γ του οποίου κ. Μπαν Κι Μουν, μόλις προχθές, στις 7 Ιουλίου 2011, απέδειξε μόνον τα φιλοτουρκικά του αισθήματα και σας έσυρε σε μια νέα απόλυτη ενδοτική υποταγή, είναι άνευ άξιας και στην καλλίτερη περίπτωση προκαλούν τον γέλωτα και τις ειρωνείες αυτού του μισητού ανθέλληνα γενίτσαρου.
Όμως μέσα στην ανιστόρητη και ανόητη αλαζονεία του ο Ερντογάν σας έδωσε ένα ισχυρό χαρτί για να τον στείλετε από κει που ήρθε και αυτόν και την ανιστόρητη τουρκική ελίτ.
Οι σκιές των Νεκρών Ηρώων των αγώνων του Έθνους σε ολόκληρο τον Ελληνικό χώρο αλλά και ολόκληρος ο ζων και αγέννητος ακόμη Ελληνισμός, απαιτούν να δώσετε ΤΩΡΑ,ΧΘΕΣ μια αποτελεσματική αποφασιστική σοβαρή απάντηση σε αυτόν τον αλαζόνα ο οποίος ενεργών όπως ενεργεί, κατέστρεψε και το τελευταίο ίχνος ανοχής, με το οποίον δυστυχώς τον είχατε περιβάλει.
Κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας υποχρεούστε να διακόψετε ΣΗΜΕΡΑ, ΧΘΕΣ, την, όπως την ονόμασε και ο ίδιος ο Ερντογαν, κωμωδία των συζητήσεων με την μαριονέττα Έρογλου.
Κύριε Πρωθυπουργέ της Ελλάδας, υποχρεούστε ΣΗΜΕΡΑ, ΧΘΕΣ να διακόψετε τις όποιες συζητήσεις έχουν οι επιτροπές σας για τη διευθέτηση των «Ελληνοτουρκικών διαφόρων» (!)
Κύριοι Πρόεδροι, υποχρεούστε να ανακαλέσετε ΣΗΜΕΡΑ,ΧΘΕΣ τους πρεσβευτές σας από την Άγκυρα, να καταγγείλετε τις διπλωματικές σας σχέσεις και να αποσύρετε πλήρως την όποιαν υποστήριξη έχετε δώσει για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. καταγγέλλοντάς την επίσης σε όλα τα διεθνή φόρα
Δεν υπερβάλλουμε Κύριοι, Κύριοι Πρόεδροι,
Μόνον έτσι θα τους συνετίσετε και θα συμπαρασύρετε και ολόκληρο τον Ελληνικό Λαό προς αυτήν την ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΟΡΘΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ.
Άλλως η μεν Τουρκία θα προχωρήσει ανενόχλητη στην ολοκλήρωση της καταστροφής της Κύπρου και στη συνέχεια της Ελλάδας και εσείς θα έχετε εσαεί το στίγμα του τουρκοπροσκυνημενου και η Νέμεση της Ελληνικής Ιστορίας θα σας εγκαλεί αιώνια.
Και αυτό μεν αφορά εσάς ως άτομα αλλά επειδή ο Ελληνικός Λαός όπως πάρα πολλές φορές έχει πράξει, δεν επιθυμεί τέτοια κατάντια , αν δεν το πράξετε εσείς θα το πράξει αυτός.
Με βαθύτατη εκτίμηση προς τα ύψιστα πολιτικά αξιώματα που υπηρετείτε,
Δημήτρης Αλευρομάγειρος,
Αντιστρατηγος ε.α.
Επίτιμος Γενικός Επιθεωρητής Στρατού
Πηγή Ελεύθερη Ζώνη
Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011
Στο «Σχέδιο Μάρσαλ» και ο Πλατινί; Έλεος πια!
Tης Σοφίας Βούλτεψη
Το ερώτημα είναι παλιό και τετριμμένο. Και, κυρίως, δεν παίρνει ποτέ απάντηση:
Πώς γίνεται οι Έλληνες να διαπρέπουν και να αναγνωρίζονται παντού εκτός από την πατρίδα τους;
Χθες, δύο ειδήσεις της τρέχουσας επικαιρότητας επανέφεραν το ερώτημα στα χείλη όλων.
Όλων; Δεν είναι και τόσο βέβαιο. Διότι όλοι πληροφορήθηκαν πως ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον παλαιό αστέρα του ποδοσφαίρου και σημερινό πρόεδρο της ΟΥΕΦΑ Μισέλ Πλατινί, αλλά ελάχιστοι έμαθαν πως δύο Ελληνόπουλα διέπρεψαν στις Διεθνείς Ολυμπιάδες Μαθηματικών και Φυσικής.
Εις επίρρωσιν όσων κατά καιρούς λέμε για την ανικανότητα του πολιτικού συστήματος, πληροφορηθήκαμε χθες πως και για να αντιμετωπίσουμε θέματα όπως η βία στα γήπεδα και η διαφθορά με τα στημένα παιχνίδια, χρειαζόμαστε… Σχέδιο Μάρσαλ!
Όπως μάθαμε, ο πρωθυπουργός και ο Πλατινί συμφώνησαν να στείλει η ΟΥΕΦΑ στην Αθήνα τέσσερις ομάδες ειδικών εμπειρογνωμόνων που θα προσφέρουν την αναγκαία «τεχνική» υποστήριξη για να λυθούν τα θέματα βίας και διαφθοράς (σημειώστε ότι στην Κύπρο οι ειδικοί της διεθνούς ομοσπονδίας έχουν ήδη αναλάβει δράση).
Μα είναι δυνατόν; Είναι δυνατόν – αν δεν πρόκειται για άλλο ένα επικοινωνιακό τρυκ, εκδοχή υπέρ της οποίας τάσσομαι αναφανδόν – να μην μπορούμε να κάνουμε σ’ αυτή τη χώρα ούτε το ελάχιστο;
Χρειαζόμαστε τον Πλατινί για να μην σκοτώνονται στα γήπεδα, να μην λειτουργούν «παράγκες» και να υπάρχει μια σωστή και αμερόληπτη διαιτησία;
Τότε πώς περιμένουμε να λυθούν τα σοβαρότερα προβλήματα που έχουν, μετά τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, απλωθεί σαν τραχανάς μπροστά μας;
Μα με «τεχνική υποστήριξη» θα μας πουν. Τεχνική υποστήριξη για να απορροφήσουμε τους κοινοτικούς πόρους, να εισπράξουμε τους φόρους, να προχωρήσουμε στις αποκρατικοποιήσεις.
Γενικά, χρειαζόμαστε τεχνική βοήθεια για να… υπάρχουμε!
Ερώτημα: Τότε τι παριστάνουν όλοι όσοι επί δεκαετίες εκλέγονται για να κυβερνούν και να λύνουν προβλήματα;
Δεν ντρέπονται καθόλου; Ομολογούν την ανικανότητά τους και φωνάζουν τους ξένους για να κάνουν τη δική τους δουλειά; Αυτοί μόνο τις καρέκλες κρατάνε;
Πού κολλάει ο Πλατινί;
Η Ελλάδα, δια του μαθητή του Α΄ Αρσακείου Λυκείου Ψυχικού Γιώργου Βλάχου, κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στη Διεθνή Ολυμπιάδα Μαθηματικών που ολοκληρώθηκε στο Άμστερνταμ στις 24 Ιουλίου.
Η Ελλάδα, δια του νεαρού Φοίβου Αντουλινάκη, επίσης μαθητή του Α΄ Αρσακείου Λυκείου Ψυχικού κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στη Διεθνή Ολυμπιάδα Φυσικής, που ολοκληρώθηκε στις 18 Ιουλίου στην Ταϊλάνδη.
Στην Ολυμπιάδα Μαθηματικών έλαβαν μέρος 560 μαθητές από 101 χώρες και στην Ολυμπιάδα Φυσικής 396 μαθητές από 84 χώρες.
Η Ελλάδα, δια της Ομάδας Φόρμουλα του ΑΠΘ, ART (Aristotle Racing Team), κέρδισε την πρώτη θέση στον διεθνή διαγωνισμό Formula Student και στο αγώνισμα της επιτάχυνσης, που ολοκληρώθηκε στην πίστα του Silverstone στη Βρετανία, στις 17 Ιουλίου. Ήλθαν πρώτοι μεταξύ 3.000 διαγωνιζομένων από 91 χώρες. Μάλιστα, το ΑΠΘ κατέκτησε την 8η θέση στην γενική κατάταξη μεταξύ 91 πανεπιστημίων!
Συγγνώμη, αλλά πού κολλάνε όλα αυτά με τον Πλατινί και την ανάγκη για «τεχνική βοήθεια» σε ό,τι κι’ αν κάνουμε;
Είναι δυνατόν μια χώρα που παράγει τέτοια μυαλά να μην τα αξιοποιεί για να ευημερεί;
Και μάλιστα την ώρα που όλες οι χώρες του κόσμου ξοδεύουν τεράστια ποσά για να καλλιεργούν τέτοια μυαλά και να δίνουν ώθηση στην έρευνα και στην καινοτομία;
Παράγουμε αυτά τα μυαλά, την ώρα που, σύμφωνα με την πρόσφατη (Ιούνιος 2011) ετήσια έκθεση της Κομισιόν για την ανταγωνιστικότητα, οι επενδύσεις της χώρας μας σε έρευνα και καινοτομία παραμένουν επί μία δεκαετία καθηλωμένες στο 0,58% του ΑΕΠ – ε, βέβαια, πού να περισσέψουν λεφτά από τις μίζες!
Και όμως. Παρ’ όλα αυτά, παρά την γενικευμένη αδιαφορία και ασυνειδησία, τα μυαλά αυτά κατορθώνουν και ανθούν!
Εντάξει, αλλά πώς γίνεται και δεν αξιοποιούνται – και ήδη παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς;
Η απάντηση βρίσκεται προφανώς στο πελατειακό σύστημα αναξιοκρατίας που έστησε το πολιτικό σύστημα, δημιουργώντας προλετάριους της γνώσης, προκειμένου να τους εκμεταλλεύεται για προσπορισμό ψήφων και για πολιτική επιβίωση.
Εύκολο να το καταλάβει κανείς: Δεν υπάρχει άνθρωπος με αξία που να μπορεί να συμβιβαστεί με το σύστημα της αναξιοκρατίας. Επομένως, όσοι έχουν πραγματική αξία, είναι χαμένοι από χέρι!
Πλήρης αναντιστοιχία ικανοτήτων
Λοιπόν, εδώ έχουμε πολύ σοβαρό πρόβλημα. Βρισκόμαστε μπροστά σε πλήρη αναντιστοιχία μεταξύ του πολιτικού προσωπικού και των εθνικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων.
Και είναι πρόβλημα διαχρονικό.
Τον Σεπτέμβριο του 2008, για παράδειγμα, μαθητές και μαθήτριες, με επικεφαλής τον καθηγητή Φυσικής του ΑΠΘ Γ. Σειραδάκη, έλαβαν μέρος στη Δεύτερη Ολυμπιάδα Αστρονομίας και Αστροφυσικής και ένας από αυτούς κέρδισε την τέταρτη θέση στον κόσμο όσον αφορά στις αστρονομικές παρατηρήσεις.
Δεν γίνεται να πρωτεύουμε στις αστρονομικές παρατηρήσεις και να κοιτάμε με το τηλεσκόπιο την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.
Σε μια άλλη περίπτωση, η Εθνική Ομάδα Πληροφορικής, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή του ΕΜΠ Ν. Παπασπύρου, κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στην 20ή Διεθνή Ολυμπιάδα Πληροφορικής.
Πώς γίνεται να πρωτεύουμε στην πληροφορική και να μην μπορούμε να μοιράσουμε δυο γαϊδουριών άχυρα;
Πώς γίνεται οι Έλληνες να έφτιαξαν τον πρώτο υπολογιστή, τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων, και ένας Έλληνας, ο μαθηματικός Διονύσης Κριαράς να έλαβε μέρος στη διεθνή ομάδα που κατασκεύασε το αντίγραφό του, κι’ εδώ να μην μπορούμε να λύσουμε την εξίσωση Ραγκούση – ταξιτζήδων;
Πώς γίνεται οι Έλληνες πιλότοι να είναι οι ικανότεροι του κόσμου – μόλις πρόσφατα οι Μοίρες 340 και 343 της 115 Πτέρυγας Μάχης νίκησαν κατά κράτος σε όλες τις εικονικές αερομαχίες της διεθνούς διοργάνωσης στην Ισπανία, κάνοντας Τούρκους και Γερμανούς να υποκλιθούν – και η χώρα να οδηγείται από ταπείνωση σε ταπείνωση;
Πώς γίνεται να κερδίζεις σε αγώνα επιτάχυνσης σε Φόρμουλα και να σε κυβερνούν κάτι αρειμάνιοι τύποι που μέχρι να σηκώσουν το ένα πόδι βρωμάει το άλλο;
Και επιτέλους, πώς γίνεται οι φοιτητές και οι φοιτήτριές μας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ να κερδίζουν κάθε χρόνο σταθερά το πρώτο βραβείο στον Διαγωνισμό Εικονικής Δίκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που οργανώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση Φοιτητών Νομικής, και αυτοί που μας κυβερνούν να χρειάζονται διαρκή «τεχνική» υποστήριξη για να φέρουν σε πέρας ακόμη και το πιο ασήμαντο εγχείρημα;
Πώς γίνεται οι φοιτήτριες της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών να πετυχαίνουν πρωτιές στον Διεθνή Διαγωνισμό Εικονικής Δίκης Ρωμαϊκού Δικαίου που οργανώνει το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και να διακρίνονται ανάμεσα στους φοιτητές των σπουδαιότερων Νομικών Σχολών του κόσμου, και αυτοί που μας κυβερνούν μην μπορούν να διαπραγματευτούν το παραμικρό;
Έλεος πια! Αν τα παιδιά της πατρίδας μπορούν να τα πετύχουν όλα αυτά, τι στο καλό τον χρειαζόμαστε τον Πλατινί;
Πώς γίνεται οι Έλληνες να διαπρέπουν και να αναγνωρίζονται παντού εκτός από την πατρίδα τους;
Χθες, δύο ειδήσεις της τρέχουσας επικαιρότητας επανέφεραν το ερώτημα στα χείλη όλων.
Όλων; Δεν είναι και τόσο βέβαιο. Διότι όλοι πληροφορήθηκαν πως ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον παλαιό αστέρα του ποδοσφαίρου και σημερινό πρόεδρο της ΟΥΕΦΑ Μισέλ Πλατινί, αλλά ελάχιστοι έμαθαν πως δύο Ελληνόπουλα διέπρεψαν στις Διεθνείς Ολυμπιάδες Μαθηματικών και Φυσικής.
Εις επίρρωσιν όσων κατά καιρούς λέμε για την ανικανότητα του πολιτικού συστήματος, πληροφορηθήκαμε χθες πως και για να αντιμετωπίσουμε θέματα όπως η βία στα γήπεδα και η διαφθορά με τα στημένα παιχνίδια, χρειαζόμαστε… Σχέδιο Μάρσαλ!
Όπως μάθαμε, ο πρωθυπουργός και ο Πλατινί συμφώνησαν να στείλει η ΟΥΕΦΑ στην Αθήνα τέσσερις ομάδες ειδικών εμπειρογνωμόνων που θα προσφέρουν την αναγκαία «τεχνική» υποστήριξη για να λυθούν τα θέματα βίας και διαφθοράς (σημειώστε ότι στην Κύπρο οι ειδικοί της διεθνούς ομοσπονδίας έχουν ήδη αναλάβει δράση).
Μα είναι δυνατόν; Είναι δυνατόν – αν δεν πρόκειται για άλλο ένα επικοινωνιακό τρυκ, εκδοχή υπέρ της οποίας τάσσομαι αναφανδόν – να μην μπορούμε να κάνουμε σ’ αυτή τη χώρα ούτε το ελάχιστο;
Χρειαζόμαστε τον Πλατινί για να μην σκοτώνονται στα γήπεδα, να μην λειτουργούν «παράγκες» και να υπάρχει μια σωστή και αμερόληπτη διαιτησία;
Τότε πώς περιμένουμε να λυθούν τα σοβαρότερα προβλήματα που έχουν, μετά τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, απλωθεί σαν τραχανάς μπροστά μας;
Μα με «τεχνική υποστήριξη» θα μας πουν. Τεχνική υποστήριξη για να απορροφήσουμε τους κοινοτικούς πόρους, να εισπράξουμε τους φόρους, να προχωρήσουμε στις αποκρατικοποιήσεις.
Γενικά, χρειαζόμαστε τεχνική βοήθεια για να… υπάρχουμε!
Ερώτημα: Τότε τι παριστάνουν όλοι όσοι επί δεκαετίες εκλέγονται για να κυβερνούν και να λύνουν προβλήματα;
Δεν ντρέπονται καθόλου; Ομολογούν την ανικανότητά τους και φωνάζουν τους ξένους για να κάνουν τη δική τους δουλειά; Αυτοί μόνο τις καρέκλες κρατάνε;
Πού κολλάει ο Πλατινί;
Η Ελλάδα, δια του μαθητή του Α΄ Αρσακείου Λυκείου Ψυχικού Γιώργου Βλάχου, κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στη Διεθνή Ολυμπιάδα Μαθηματικών που ολοκληρώθηκε στο Άμστερνταμ στις 24 Ιουλίου.
Η Ελλάδα, δια του νεαρού Φοίβου Αντουλινάκη, επίσης μαθητή του Α΄ Αρσακείου Λυκείου Ψυχικού κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στη Διεθνή Ολυμπιάδα Φυσικής, που ολοκληρώθηκε στις 18 Ιουλίου στην Ταϊλάνδη.
Στην Ολυμπιάδα Μαθηματικών έλαβαν μέρος 560 μαθητές από 101 χώρες και στην Ολυμπιάδα Φυσικής 396 μαθητές από 84 χώρες.
Η Ελλάδα, δια της Ομάδας Φόρμουλα του ΑΠΘ, ART (Aristotle Racing Team), κέρδισε την πρώτη θέση στον διεθνή διαγωνισμό Formula Student και στο αγώνισμα της επιτάχυνσης, που ολοκληρώθηκε στην πίστα του Silverstone στη Βρετανία, στις 17 Ιουλίου. Ήλθαν πρώτοι μεταξύ 3.000 διαγωνιζομένων από 91 χώρες. Μάλιστα, το ΑΠΘ κατέκτησε την 8η θέση στην γενική κατάταξη μεταξύ 91 πανεπιστημίων!
Συγγνώμη, αλλά πού κολλάνε όλα αυτά με τον Πλατινί και την ανάγκη για «τεχνική βοήθεια» σε ό,τι κι’ αν κάνουμε;
Είναι δυνατόν μια χώρα που παράγει τέτοια μυαλά να μην τα αξιοποιεί για να ευημερεί;
Και μάλιστα την ώρα που όλες οι χώρες του κόσμου ξοδεύουν τεράστια ποσά για να καλλιεργούν τέτοια μυαλά και να δίνουν ώθηση στην έρευνα και στην καινοτομία;
Παράγουμε αυτά τα μυαλά, την ώρα που, σύμφωνα με την πρόσφατη (Ιούνιος 2011) ετήσια έκθεση της Κομισιόν για την ανταγωνιστικότητα, οι επενδύσεις της χώρας μας σε έρευνα και καινοτομία παραμένουν επί μία δεκαετία καθηλωμένες στο 0,58% του ΑΕΠ – ε, βέβαια, πού να περισσέψουν λεφτά από τις μίζες!
Και όμως. Παρ’ όλα αυτά, παρά την γενικευμένη αδιαφορία και ασυνειδησία, τα μυαλά αυτά κατορθώνουν και ανθούν!
Εντάξει, αλλά πώς γίνεται και δεν αξιοποιούνται – και ήδη παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς;
Η απάντηση βρίσκεται προφανώς στο πελατειακό σύστημα αναξιοκρατίας που έστησε το πολιτικό σύστημα, δημιουργώντας προλετάριους της γνώσης, προκειμένου να τους εκμεταλλεύεται για προσπορισμό ψήφων και για πολιτική επιβίωση.
Εύκολο να το καταλάβει κανείς: Δεν υπάρχει άνθρωπος με αξία που να μπορεί να συμβιβαστεί με το σύστημα της αναξιοκρατίας. Επομένως, όσοι έχουν πραγματική αξία, είναι χαμένοι από χέρι!
Πλήρης αναντιστοιχία ικανοτήτων
Λοιπόν, εδώ έχουμε πολύ σοβαρό πρόβλημα. Βρισκόμαστε μπροστά σε πλήρη αναντιστοιχία μεταξύ του πολιτικού προσωπικού και των εθνικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων.
Και είναι πρόβλημα διαχρονικό.
Τον Σεπτέμβριο του 2008, για παράδειγμα, μαθητές και μαθήτριες, με επικεφαλής τον καθηγητή Φυσικής του ΑΠΘ Γ. Σειραδάκη, έλαβαν μέρος στη Δεύτερη Ολυμπιάδα Αστρονομίας και Αστροφυσικής και ένας από αυτούς κέρδισε την τέταρτη θέση στον κόσμο όσον αφορά στις αστρονομικές παρατηρήσεις.
Δεν γίνεται να πρωτεύουμε στις αστρονομικές παρατηρήσεις και να κοιτάμε με το τηλεσκόπιο την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.
Σε μια άλλη περίπτωση, η Εθνική Ομάδα Πληροφορικής, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή του ΕΜΠ Ν. Παπασπύρου, κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στην 20ή Διεθνή Ολυμπιάδα Πληροφορικής.
Πώς γίνεται να πρωτεύουμε στην πληροφορική και να μην μπορούμε να μοιράσουμε δυο γαϊδουριών άχυρα;
Πώς γίνεται οι Έλληνες να έφτιαξαν τον πρώτο υπολογιστή, τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων, και ένας Έλληνας, ο μαθηματικός Διονύσης Κριαράς να έλαβε μέρος στη διεθνή ομάδα που κατασκεύασε το αντίγραφό του, κι’ εδώ να μην μπορούμε να λύσουμε την εξίσωση Ραγκούση – ταξιτζήδων;
Πώς γίνεται οι Έλληνες πιλότοι να είναι οι ικανότεροι του κόσμου – μόλις πρόσφατα οι Μοίρες 340 και 343 της 115 Πτέρυγας Μάχης νίκησαν κατά κράτος σε όλες τις εικονικές αερομαχίες της διεθνούς διοργάνωσης στην Ισπανία, κάνοντας Τούρκους και Γερμανούς να υποκλιθούν – και η χώρα να οδηγείται από ταπείνωση σε ταπείνωση;
Πώς γίνεται να κερδίζεις σε αγώνα επιτάχυνσης σε Φόρμουλα και να σε κυβερνούν κάτι αρειμάνιοι τύποι που μέχρι να σηκώσουν το ένα πόδι βρωμάει το άλλο;
Και επιτέλους, πώς γίνεται οι φοιτητές και οι φοιτήτριές μας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ να κερδίζουν κάθε χρόνο σταθερά το πρώτο βραβείο στον Διαγωνισμό Εικονικής Δίκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που οργανώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση Φοιτητών Νομικής, και αυτοί που μας κυβερνούν να χρειάζονται διαρκή «τεχνική» υποστήριξη για να φέρουν σε πέρας ακόμη και το πιο ασήμαντο εγχείρημα;
Πώς γίνεται οι φοιτήτριες της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών να πετυχαίνουν πρωτιές στον Διεθνή Διαγωνισμό Εικονικής Δίκης Ρωμαϊκού Δικαίου που οργανώνει το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και να διακρίνονται ανάμεσα στους φοιτητές των σπουδαιότερων Νομικών Σχολών του κόσμου, και αυτοί που μας κυβερνούν μην μπορούν να διαπραγματευτούν το παραμικρό;
Έλεος πια! Αν τα παιδιά της πατρίδας μπορούν να τα πετύχουν όλα αυτά, τι στο καλό τον χρειαζόμαστε τον Πλατινί;
Πηγή Ελεύθερη Ζώνη
ΔΕΥΤΈΡΑ, 25 ΙΟΥΛΊΟΥ 2011
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΟΜΑΔΑΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΥΛΕΓΓΥΗΣ.
Την Τετάρτη 27/7/2011 θα κατατεθεί στη Λαϊκή Συνέλευση Κέρκυρας η πρόταση δημιουργίας του δικτύου Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Ανταλλαγών, από την συντονιστική ομάδα που ανέλαβε την έρευνα. Στην ομάδα αυτή συμμετείχαν πάνω από 10 άτομα, σε συναντήσεις συνολικής διάρκειας 15 ωρών, τα οποία κατέληξαν με σχεδόν πλήρη ομοφωνία στην μορφή δικτύου που προτείνεται. Επιγραμματικά: θα πρόκειται για ένα αχρήματο αλλά μετρήσιμο δίκτυο, τα μέλη του οποίου θα ανταλλάσουν αγαθά και υπηρεσίες σε συμφωνημένες αξίες ανάμεσα στους συναλλασόμενους. Η κάθε συναλλαγή θα ενημερώνει το κεντρικό πρόγραμμα, στο οποίο θα τηρούνται όλοι οι λογαριασμοί. Θα υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας, έτσι ώστε να μην υπάρχουν μέλη που μόνο προσφέρουν ή μόνο λαμβάνουν από το δίκτυο. Το δίκτυο εκτός από την ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών, θα αναλάβει και την καλλιέργεια γαιών οι οποίες έχουν εγκαταλειφθεί από τους ιδιοκτήτες τους, και οι οποίοι ήδη τις έχουν προσφέρει προς συλλογική καλλιέργεια. Η διοίκηση του δικτύου θα ασκείται συλλογικά με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες μέσα από γενική συνέλευση, η οποία θα ορίζει συντονιστική ομάδα που θα διεκπεραιώνει τις καθημερινές εργασίες. Τα μέλη του συντονιστικού δε θα έχουν ορισμένη θητεία, αλλά θα είναι ανά πάσα στιγμή ανακλητά από την συνέλευση του δικτύου.
Eνα βλεμμα
Εκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών
Tου Nικου Γ. Ξυδακη
Το καλοκαίρι θα μας σώσει. Οχι με selective default, ευρωομόλογα, κουρέματα και ενέσεις ρευστότητας - αυτά ας έλθουν, καλοδεχούμενα. Το καλοκαίρι υπόσχεται να μας σώσει από τους μαυρισμένους εαυτούς μας, να μας φωτίσει, να μας κάψει λυτρωτικά με το φως του, να μας αγκαλιάσει στα νερά του, να μας βυθίσει στα παιδικάτα και να μας απιθώσει παρηγορητικά στη μακρά διάρκεια, σμίγοντάς μας με τη φύση σαν ύπαρξη και όχι σαν θέαμα, να μας συμφιλιώσει με τον τόπο, την ιστορία και τον κληρονόμο εαυτό μας, να μας πάρει τον στεναγμό και τον φόβο.
Την ώρα που ετοιμάζεται να με αγκαλιάσει η θάλασσα, αναθυμούμαι φευγάτα καλοκαίρια που σφράγισαν το πετσί, κεντήθηκαν στη μνήμη κι έκτοτε αναβοσβήνουν ολοένα πιο αδυνατισμένα, ολοένα πιο αγλαϊσμένα.
Σύμη, καλοκαίρι του Euro 2004, καύσωνας, εκρηκτική φασκομηλιά στο πυρωμένο διάσελο με το ξέπνοο Beverly, μεθυσμένοι διαπλέαμε έναν ωκεανό αρωμάτων και τρελών τζιτζικιών, μεθυσμένοι βουτήξαμε στα ευεργετικά νερά, κι ύστερα αφοσιώθηκα σ’ έναν μπουλούκο ίσαμε τεσσάρων ετών συστηματικά ανυπάκουο στις προσταγές του πατέρα και στις ικεσίες της πολυμωρομάνας. Ο μπουλούκος δεν άκουγε τ’ όνομά του (Θεολόγε, μη στα βαθιά! Οχι στον βράχο!), πείραζε τις ήσυχες, εύτακτες αδελφούλες του, παραπετούσε τα μπρατσάκια του, που δεν έστεκαν κιόλας στα Michelin φρατζολοχεράκια του, ξεγλιστρούσε ύπουλα σε ζαβολιές και ρίσκα. Σγουρομάλλης, έτοιμος να εκραγεί από πάχος και σκανταλιά, ο Δωδεκανήσιος Θεολόγος. Εξερράγη ο πατέρας με τα μισομαυρισμένα μπράτσα και πόδια, μέλη εργατικού που ηλιοκαίγεται καθώς δουλεύει, και κολυμπά μόνο Κυριακές. Γλίστρησε ο παχουλός θεούλης Σκάνταλος, βούλιαξε, κι ο πατέρας του αφού τον διέσωσε του ’ριξε δυο παλαμιές στον αφράτο ποπό. Πλάνταξε ο ανυπάκουος, έσκισε όλη τη βοτσαλωτή παραλία ο γόος και το παράπονό του. Εκλαιγε έως ότου τον έστρωσαν στο τραπέζι της ταβέρνας, στην παρηγόρια της τηγανητής πατάτας. Τον κοιτούσα από δίπλα, με σαργούς και παγωμένο κρασί, και καθώς αποκάρωνα, με κοιτούσε κι αυτός απορημένος που τον κοιτούσα κι έπεφτε στους κεφτέδες, με το καπέλο ριγμένο πίσω.
Εγώ βρισκόμουν παραδομένος στο φασκόμηλο: με πήγαινε πίσω, πολύ πίσω, βυθιζόμουν στο άρωμα της Σύρου, η νήσος μοσχομύριζε φασκόμηλο όταν τη συνάντησα στα ’60s, το αφέψημά του δυνατό, αψύ, υπόπικρο, δροσιστικό, πολυθεραπευτικό, πότιζε τους τοίχους μινιόν καφενείων με ονόματα από τον αιγαιακό συναξαριστή, έτσι τα φαντάζομαι πια, η Ωραία Μύκονος, η Μυροβόλος Χίος, η Ανεμόεσσα Τήνος, το Ανδριακόν, παλαιοί οίκοι λουκουμοποιίας, κότερα, ρυμουλκά και πιλοτίνες, κι όλη η αποβάθρα, περπατημένη από άνδρες κοντομάνικους και γυναίκες κλαρωτές φρεγάδες, μύριζε θυμάρι, ούζο, χταπόδι, Eau de Cologne απ’ τα κουρεία, αρμύρα λιμανίσια, σχοινιά στις δέστρες, ψαρίλα, τσιγάρα άφιλτρα και τσιγάρα βιρτζίνια των ναυτικών.
Ξαναμέθυσα με φασκόμηλο ένα θερινό απόγευμα στη Μύκονο, όταν ο περιβόητος Μίλτος, γυρολόγος-φιλόσοφος εκ Σύρου, λοταριατζής φιστικιών και μυθικών ροφών στους καφενέδες, πλασιέ μαντολάτου στο γήπεδο (δύο η χλέπα!), στρουθίον του ουρανού και αφρόψαρο του πελάγου, με τεράστιες χειλάρες και κοφτερές ατάκες αμφίστομες, σαν Αρχίλοχος και Διογένης μαζί, αυτός ο αρχαϊκός Μίλτος της Κέρου και της Δήλου, «βρέθηκα εδώ για εμπόριο, μάγκες!», δήλωσε μεγαλόπρεπα, κι απίθωσε στην πεζούλα μια κούτα Νουνού γεμάτη δεματάκια φασκόμηλο και μοσχοβόλησε η πλατεία, και τα πρότεινε προς πώληση σε έκθαμβους τουρίστες, την εποχή ανάμεσα στη χίπικη και την γκέι Μύκονο.
Να το καλοκαίρι του δαφνοστεφούς 2004, και μέσα του τόσα καλοκαίρια: Θεολόγος και φασκόμηλο, Εuro και βακχεία αμέριμνων, ανυπακοή και flnerie, μέθη αισθήσεων και δέσμες μνήμης, δοσίματα αδόκητα σε ακτές και εμπορειά, ξερονησίδες και ξωκλήσια, σουλάτσο, αργό ξεκούκισμα του χρόνου, απόνερα πλοίων νυκτερινών, φώτα μεσοπελάγου, φανερώσεις μεταφυσικές στην Παναγιά την Αγγελόχτιστη της Σίφνου, στο τηνιακό Σκυλαντάρ με ημισέληνο αγναντεύοντας τη βεγγαλική Μύκονο, με Περσείδες εφηβικού ρίγους στα ανοιχτά των πρωτοκυκλαδικών οικισμών του Τσούντα, με τον πύρινο δίσκο προβάλλοντα στη θάλασσα της Γυάρου, νύχτα θαυμάτων άγρυπνη στο ντεκ του Κολοκοτρώνη Καρλόβασι-Δωδεκάνησα, πευκώνες καριώτικοι και ταπεινά αρμυρίκια Ντελαγκράτσιας, στον πάγο της Εφταλούς με τις σέξι κορδέλες της Λουλούς εκ Παρισίων, στην υγρή άμμο του Πλατύ Γιαλού με τ’ αποτσίγαρα, όλα τα καλοκαίρια μας παρηγόρησαν, μας έθρεψαν και μας επανεκκίνησαν, κι όσα δεν θυμόμαστε ίσως βαθύτερα αυτά.
Αυτές τις αισθήσεις αναζητάμε πάλι, τώρα, τις λαχταράμε περισσότερο από ποτέ, παραμυθία, ζωτική μνήμη, φαντάσματα ιστορικά, συνέχεια ρωγμών. Αισθήσεις. Οι ψευδαισθήσεις ετελείωσαν.
Πηγή kathimerini.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)